1. Εχιονίσαν τα βουνά κι οι μύλοι δεν αλέθουν πια
  2. Όπου πονεί το δόντι, εκεί χτυπά και η γλώσσα
  3. Ό,τι κάνει ο αρκουδιάρης, το κάνει και η μαϊμού του
  4. Ποιος θα κρεμάσει πρώτος της γάτας το κουδούνι
  5. Εξόδεψ’ ο φιλάργυρος παράδες στ’ όνειρό του και την αυγή κρεμάστηκε απ’ τον πολύ καημό του
  6. Ό,τι κάνεις, θα σου κάνουν, κι’ ακόμα ένα παραπάνω
  7. Νηστική αρκούδα δεν χορεύει
  8. Το δίκαιο πράμα δε χάνεται
  9. Ο ακάλεστος στο γάμο ή διωγμένος ή δαρμένος
  10. Μια φορά το λέν τ’ ανθρώπου και δέκα του γαϊδάρου
  11. Η φύση έκανε για κάθε ζώο τον εχθρό του
  12. Η πείνα μάτια δεν έχει, κι αν έχει δε βλέπει
  13. Όποιος τρώει το δίκιο τ’ αλλουνού, τρώει το κεφάλι του
  14. Για όποιον νυστάζει πολύ δεν υπάρχει κακό κρεβάτι
  15. Κατόπιν εορτής
  16. Παλιό μουλάρι, καινούργια περπατησιά
  17. Ανώφελο το πότισμα, σαν ξεραθεί το δέντρο!
  18. Κατά τον άγουρο νέο και το γαϊτάν
  19. Πάρε του γέρου συμβουλή, του παιδεμένου γνώση
  20. Του χάριζαν ένα γάιδαρο κι αυτός τον κοίταζε στα δόντια
  21. Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά
  22. Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι
  23. Σπίτι μου, σπιτάκι μου, φτωχοκαλυβάκι μου
  24. Κάθε τζάκι που καπνίζει έχει και νοικοκυρά
  25. Τέτοιος φίλος, τέτοια πίτα
  26. Όποιος αγάλια περπατεί πολύ μακριά πηγαίνει
  27. Για τα τίμια άσπρα μαλλιά δεν υπάρχουν κλειστές πόρτες
  28. Όταν σου πονεί το δόντι, βγάζε το
  29. Όταν θες να σε θυμούνται, άργειε να σε θωρούνε
  30. Κατά τα λάχανα κι η καζάνα
  31. Όποιος έχει υπομονή, βλέπει όσα επιθυμεί
  32. Πιο πολύ ζούνε οι φοβερισμένοι από τους αφοβέριγους
  33. Αλλιώς μας τα ‘λεγες, παπά, πριν σε χειροτονήσουν
  34. Συν Αθηνά και χείρα κίνει
  35. Ο εχθρός σαν φεύγει, δώσ’ του τόπο να περάσει
  36. Αρχοντοφέρνουνε και κρεμμυδοτρώνε
  37. Ο φτωχός την πίτα του για ψωμί την έχει
  38. Κατά το αφεντικό και τα δώρα
  39. Σπεύδε βραδέως
  40. Ο ανήφορος φέρνει και κατήφορο
  41. Μετά τη μπόρα έρχεται η γαλήνη
  42. Η ανηφόρα έχει και κατηφόρα
  43. Όταν σου πονεί το δόντι, βγάζε το
  44. Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη
  45. Όσο ζει κανένας, τόσο μαθαίνει
  46. Όποιος έχει υπομονή, βλέπει όσα επιθυμεί
  47. Ανάγκα και θεοί πείθονται
  48. Ο επιμένων, νικά
  49. Γυναίκα με λυχνάρι αν δεις, γελασμένος θε να βγεις
  50. Γυναίκα θυμωμένη, θάλασσα αγριωμένη
  51. Ας ειν’ η δύση καθαρή κι η ανατολή ας αστράφτει
  52. Αρπάζω την ευκαιρία απ’ τα μαλλιά
  53. Παραμέρισε λιγάκι, όταν βλέπεις θυμωμένο
  54. Στραβά τα πάει, ίσια του ‘ρχονται
  55. Τρίτη και καλύτερη
  56. Ο γέρος κι αν στολίζεται, σε ανήφορο γνωρίζεται
  57. Δυο φορές οι γέροντες γίνονται παιδιά
  58. Ο ύπνος θρέφει το μικρό κι η γεια το μεγαλώνει
  59. Άκουγε γέρου συμβουλή και παιδεμένου γνώμη
  60. Ό,τι έγινε, έγινε
  61. Όλος ο κόσμος προσαρμόζεται σε ό,τι είναι στη μόδα
  62. Φίλου σπίτι κι ο φίλος να έχει διάκριση
  63. Ο τολμών νικά
  64. Γέρος και ξένος πολλά καυχάται
  65. Η φτώχια θέλει καλοπέραση, (για να μη σε πάρει αποκάτω)
  66. Νέος ακαμάτης γέρος δυστυχής
  67. Έλα παππού μου, να σου δείξω τ’ αμπελοχώραφά σου
  68. Κάποιο λάκκο έχει η φάβα
  69. Μάτια που δε βλέπονται γρήγορα λησμονούνται
  70. Δώρο και μικρό, μεγάλη χάρη έχει
  71. Το κορακόπουλο είναι για τη μάνα του τ’ ομορφότερο παιδί του κόσμου
  72. Κατά τον καιρό και το χορό
  73. Αλλού να τα πουλάς αυτά
  74. Παπά παιδί, διαβόλου εγγόνι
  75. Όποιος κοιμάται, ψάρια δεν πιάνει
  76. Τόσο σ’ αγαπώ, καλέ μου, τ’ ΄νομά σου δεν το ξέρω
  77. Η πείνα μάτια δεν έχει, κι αν έχει δε βλέπει
  78. Ο φόβος κάνει πόδια κι η πείνα κάνει δόντια
  79. Ενός κακού μύρια έπονται
  80. Παλιά αλεπού, στην παγίδα δεν πιάνεται
  81. Ό,τι μ’ έκανες, γειτόνισσα, στον εδικό μου γάμο, να μ’ αξιώσει ο Θεός διπλά να σου το κάμω
  82. Εις τα νιότα πού ‘ν’ τα φρόνα κι εις τα φρόνα πού ‘ν’ τα νιότα;
  83. Στο μικρό κεφάλαιο, μικρό κέρδος
  84. Όποιος βαριέται, στερείται, κι όποιος δουλεύει, καλοπερνάε
  85. Όταν σε ρωτούν γρήγορα, ν’ απαντάς αργά
  86. Ποιος έχει στα χέρια μέλι και δε γλύφει τα δάκτυλά του;
  87. Ανάθεμα τα βλίτρα, κι όπου κάνει πίτα,/ κι όπου τα μαγειρεύει, φουρτούνα να τον εύρει
  88. Το γαμπρό και το πεπόνι όποιος τα διαλέγει λαθώνει
  89. Μην μπιστευτείς το φίλο σου και πεις το μυστικό σου,/ μαύρο φιδάκι σ’ έφαγε κι ας είναι κι αδελφός σου
  90. Σ’ όποιον ο Θεός δε δείνει παιδιά, δίνει ο διάβολος ανίψια
  91. Αρνί που το βλέπει ο Θεός, ο λύκος δεν το τρώει
  92. Όταν θέλει ο Θεός, βοηθούν κι οι άγιοι
  93. Βοήθα με, Θεέ μου. -Κουνήσου, φτωχέ μου
  94. Τ’ αγαθά κόποις κτώνται
  95. Θες πλούτη και τιμή, μην κοιμάσαι την αυγή
  96. Όταν ο σκύλος σου πεινά, τους ξένους μην ταγίζεις
  97. Βρέξε κώλο, να φας μπαρμπούνι
  98. Γυναίκα με μυαλό, στο σπίτι θησαυρός
  99. Η αλεπού που κοιμάται, όρνιθες δεν πιάνει
  100. Ο βασιλιάς απέθανε, ζήτω ο βασιλιάς!
  101. Ποτάμι ξεχειλισμένο, χαρά των ψαράδων
  102. Απέξω απ’ το χορό πολλά τραγούδια ξέρει
  103. Αγάλια αγάλια γίνεται η αγουρίδα μέλι
  104. Κατά τα μούτρα κι ο μαχραμάς
  105. Γύρευε παλιό γιατρό και γέρο καπετάνιο
  106. Προβάτου σχήμα και λύκου γνώση
  107. Ό,τι κάνεις, θα σου κάνουν, κι’ ακόμα ένα παραπάνω
  108. Το νερό του Απριλίου είναι πλούτος του κόσμου
  109. Το πολύ φαΐ σπληνιάζει και το λίγο μαραζιάζει
  110. Θρέψε λύκο τον χειμώνα να σε φάει το καλοκαίρι
  111. Όποιος ξηκώνεται πρωί, εκείνος ξέρει για να ζει
  112. Όπου αγαπιώνται, συναντιώνται
  113. Η ομορφιά διαβαίνει και η καλοσύνη μένει
  114. Το πάθος είναι αγέρας που σβήνει την αλήθεια
  115. Όποιος κερδίζει στα χαρτιά, χάνει στον έρωτα
  116. Μη μου πολυτεντώνεσαι, γιατί ψηλός δεν είσαι,/ και το χωριό σου είναι κοντά και ξέρω τίνος είσαι
  117. Αύγουστε, καλέ μου μήνα, να ‘σουν δυο φορές το χρόνο
  118. Αύγουστος άβροχος, μούστος άμετρος
  119. Νερό τρεχούμενο, μούχλα δεν πιάνει
  120. Αν βρέξει ο Απρίλης δυο νερά κι ο Μάης άλλο ένα, χαρά σ’ εκείνο το γεωργό που έχει πολλά σπαρμένα
  121. Το στεκούμενο νερό είναι πάντα βρωμερό
  122. Κρύο νερό, ζεστό ψωμί, είναι κι οι δυο κακοί γιατροί
  123. Το ποτάμι δε(ν) γυρίζει πίσω
  124. Νερό τρεχούμενο, μούχλα δεν πιάνει
  125. Από πίτα που δεν τρως, τι σε μέλλει κι αν καεί
  126. Κάλλια να βγει το μάτι σου, παρά τ’ όνομά σου
  127. Και μη πολλά στον φίλο σου κι ο φίλος βαρεθεί σε
  128. Αγάπα το(ν) φίλο σου με τα ελαττώματά του
  129. Το σκυλάκι και το παιδάκι σου, όπως τα μάθεις
  130. Η πληγή της μαχαιριάς βρίσκει γιατρειά, της γλώσσας όχι
  131. Ο φοβιτσιάρης άνθρωπος φοβάται και το δίκιο του
  132. Στόμα έχει και μιλιά δεν έχει
  133. Τώρα που βρήκαμε παπά, ας θάψουμε πεντέξι
  134. Δανείσου, καλοπλήρωσε, να σου ξαναδανείσουν
  135. Της προκομμένης πλύστρας πουκάμισο δε(ν) λείπει
  136. Το βόδι δένετε απ’ τα κέρατα και ο άνθρωπος απ’ τα λόγια του
  137. Γράφει η μοίρα καθενού μας πόσο καίει το καντήλι
  138. Τ’ άχερο βαστά την πλίθα, το καλό κρασί το γέρο
  139. Τον πονοκέφαλο, το φαγητό τον στρώνει
  140. Πότιζε τον ξένο κήπο, για να ξεραθεί ο δικός σου
  141. Η χελώνα τα παιδιά της αγγελόπουλα τα κράζει
  142. Η αλήθεια είναι κουτσή, αλλά φθάνει γρήγορα κι αυτή
  143. Στο τέλος ξυρίζουν το γαμπρό
  144. Όποιος βαστά τη γλώσσα του, σώζει την κεφαλή του
  145. Στη βράση κολλάει το σίδερο
  146. Η τιμή τιμή δεν έχει και χαρά στον που την έχει
  147. Όποιος ντρέπεται, πολλά καλά στερεύεται
  148. Παλιό δέντρο δύσκολα μεταφυτεύεται
  149. Ο τρελό μήτε κρύος, μήτε ζεστός
  150. Το καλό σύκο η κουρούνα το τρώγει
  151. Λέγε πάντα την αλήθεια κι έχεις το Θεό βοήθεια
  152. Τα λάθη είναι ανθρώπινα
  153. Ο φοβιτσιάρης άνθρωπος φοβάται και το δίκιο του
  154. Μικρή βοήθεια, μεγάλη σωτηρία
  155. Το μερμήγκι όταν είναι να χαθεί, βγάζει φτερά
  156. Τα σύκα, σύκα, και τη σκάφη, σκάφη
  157. Άφησε το σκύλο να κοιμάται
  158. Ξένα ρούχα ντύνεσαι, γρήγορα τα γδύνεσαι
  159. Όποιος έχει τη μύγα μυγιάζεται
  160. Άσπρα κακογινομένα, κάρβουν’ αναμένα
  161. Τα μεταξωτά βρακιά θέλουν κι επιδέξιους κώλους
  162. Τ’ αρεσκούμενο τ’ ανθρώπου, το καλύτερο του κόσμου
  163. Ζητιάνου ολομελή μη δίνεις ελεημοσύνη
  164. Το πρώτο λάθος μάθημα και δάσκαλος για τ’ άλλα
  165. Δώσε θάρρος στο χωριάτη να σου ανέβει στο κρεβάτι
  166. Όποιος επαινείται, μαγαρίζεται
  167. Το πολύ το Κύριε ελέησον το βαριέται και ο Θεός
  168. Η χαρά και η λύπη μαζί περπατούν
  169. Παίνευε τον καλό να γίνει καλύτερος, παίνευε τον κακό να γίνει χειρότερος
  170. Άλλο το κούμπουλο κι άλλο το δαμάσκηνο
  171. Από τα μάτια η αγάπη πιάνεται
  172. Οι Χιώτες πάνε δυο-δυο
  173. Στην χώρα ο νόμος βασιλιάς και στο χωριό η συνήθεια
  174. Το δέντρο όσο αξαίνει, ο ίσκιος του πλαταίνει
  175. Όποιος γνωρίζει να υπομένει, πάντα κερδισμένος βγαίνει
  176. Ο φίλος ολουνών δεν είναι φίλος κανενός
  177. Στον τσιγγούνη μη δίνεις το δάχτυλο, γιατί θα σου πάρει και το χέρι
  178. Ζει χύτρα, ζει φιλία
  179. Όποιος έχει φίλο ακριβό, έχει μεγάλο θησαυρό
  180. Όσο έχει το πουγγί σου,/ ολ’ οι φίλοι ‘ναι μαζί σου
  181. Φίλος που σε γέλασε, αφού τον δικιμάσεις, από μακριά χαιρέτα τον και κάκια μην του πιάσεις
  182. Η φιλία αναγεννημένη μοιάζει με σούπα ξαναζεσταμένη
  183. Ο παλαιός και καλός φίλος είναι του σπιτιού ο στύλος
  184. Θέλεις να χάσεις ένα φίλο, δάνεισέ του χρήματα
  185. Ο καλός ο φίλος στην ανάγκη φαίναεται
  186. Μοναχός του ούτε στον παράδεισο δε ζει κανείς
  187. Γαμπρός υιό δε γίνεται και νύφη θυγατέρα
  188. Η αγάπη γεννά αγάπη
  189. Όποιος κοιμάται με μωρά, ξυπνάει μουσκεμένος
  190. Ευχή γονέων έπαρε, και στο βουνό περπάτα
  191. Ο έρωτας είναι τυφλός κι ανοιχτομάτες πιάνει
  192. Άλλα λέει το βραδύ κι άλλα κάνει το πρωί
  193. Αγάπη δεν εστάθηκε ποτέ χωρίς καημούς,/ με βάσανα, με πόνους και αναστεναγμούς
  194. Όποιος θέλει ν’ αγαπήσει, θέλει γρόσια να χαλάσει και να μη τα λογαριάσει
  195. Κακό το κακό θεραπεύεται
  196. Αγάπη δίχως πείσματα δεν έχει νοστιμάδα
  197. Ο έρωτας, ο βήχας και το χρήμα δεν κρύβονται
  198. Της νύχτας τα καμώματα τα βλέπει η μέρα και γελά
  199. Ας δένει ο κόμπος κι ας λέγει ο κόσμος
  200. Εφάγαμε το βόιδι, μας έμεινε η ουρά του
  201. Όταν θες να ρίξεις πέτρα, τα υστερινά της μέτρα
  202. Μην επαινέσεις την αρχή, αν δεν ιδείς το τέλος
  203. Όποιος παντρεύτηκε μετανόησε, όποιος δεν παντρεύτηκε πάλι μετανόησε
  204. Το δουλευτή σου πλέρωνε και ψυχικά μην κάνεις
  205. Κάλλιο αγάλια και καλά, παρά γρήγορα και τύφλα
  206. Αδικιάς σπυρί σπαρμένο κι αν φυτρώσει δε σταχιάζει
  207. Το ψέμα στην πόρτα φτάνει
  208. Ο παπάς πρώτα τα γένια του βλογάει
  209. Δίσεκτο έτος, κακότυχο έτος
  210. Όταν η συκιά έχει πολλούς καρπούς, ο χειμώνας θα είναι βαρύς
  211. Χιόνι ρίχνει το Φλεβάρι, βάνεις στάρι στο κελάρι
  212. Έτος που χιονίζει, άφθονα οπωρικά κομίζει
  213. Νέο έτος, νέα ζωή
  214. Το πρώτο λάθος μάθημα και δάσκαλος για τ’ άλλα
  215. Λίγα λόγια και δεμένα, μη πολλά και μπερδεμένα
  216. Όποιος ζητά πολλά, τίποτε δεν κατορθώνει
  217. Φίλος για φίλο σώζεται
  218. Τι θέλεις ανήφορο ή κατήφορο; Χάθηκεν ο ίσιος δρόμος
  219. ΤΤο δριμύ ξίδι τ’ αγγειό του χαλάει
  220. Η νύφη και η πεθερά, τα μεγαλύτερα θεριά
  221. Όποιος βρήκε φίλο ακριβό, βρήκε μεγάλο θησαυρό
  222. Δεν ξέρει να χωρίσει την ήρα από το στάρι
  223. Με ξένα κόλλυβα μακαρίζει τους γονείς του
  224. Κήπο έχεις, κήπο έχω, κι όπως μ’ έχεις έτσι σ’ έχω
  225. Τα φαινόμενα απατούν
  226. Όποιος έχει πολλά χρήματα, καλά καβαλικεύει
  227. Αλιά στα ξένα πρόβατα, στα ξένα χειμαδιά
  228. Το ζόρι βγάνει λάδι
  229. Μην κουνάς τα πόδια σου πριν καβαλικέψεις
  230. Κατά τον άγουρο νέο και το γαϊτάνι
  231. Γάιδαρος είν’ ο γάιδαρος, αν εφορεί και σέλα,/ κι η γριά κι αν αμορφίζεται, δε γίνεται κοπέλα
  232. Άκουγε γέρου συμβουλή και παιδεμένου γνώμη
  233. Όλα τα δάχτυλα δεν είναι ίδια
  234. Ό,τι έβρεξε κατέβασε και ό,τι βρήκε πήρε
  235. Κράτα με να σε κρατώ, ν’ ανεβούμε το βουνό
  236. Και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο
  237. Απ’ έξω κούκλα, κι από μέσα πανούκλα
  238. Το καλό αρνί βυζάνει δυο μανάδες, το κακό μήτε τη μάνα του
  239. Φύλαγε τα ρούχα σου, για να ‘χεις τα μισά
  240. Κακό σκυλί ψόφο δεν έχει
  241. Νηστική αρκούδα δεν χορεύει
  242. Κάθε λιθάρι στον τόπο του είναι βαρύ
  243. Τα στερνά τιμούν τα πρώτα
  244. Όποιος είναι έξω απó το χορό, πολλά τραγούδια ξέρει
  245. Φίλε μου στην ανάγκη μου κι οχτρέ μου στη χαρά μου
  246. Ή μίλιε όπως φορείς ή φόριε όπως μιλείς
  247. Καλώς τηνε τη συμφορά, σαν έρθει μοναχή της
  248. Ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα
  249. Όποιος δεν έχει μέλι στη χύτρα του, ας έχει στο στόμα του
  250. Που πας καλό; -Στ’ άλλο καλό
  251. Όποιος γίνεται πρόβατο, τον τρώει ο λύκος
  252. Το μεθυστή κι αν νουθετείς, λόγια και κόπο χάνεις
  253. Όποιος λέει τον πόνο του, βρίσκει τη γιατρειά του
  254. Το χιόνι του Γενάρη είναι κοπριά, του Μάρτη φωτιά
  255. Κάλλιο αργά και καλά παρά γρήγορα και τυφλά
  256. Παλιός σκύλος, καλός φύλακας
  257. Κουβέντα κουβεντούλα, τρώει ο λύκος τη βιτούλα
  258. Ο ποντικός στην τρύπα δε χωρούσε, κολοκύθια κουβαλούσε
  259. Μια φορά το λεν τ’ ανθρώπου και δέκα του γαϊδάρου
  260. Απ’ εκεί που πήδησε η κατσίκα, θα πηδήξει και το κατσικάκι
  261. Όμοιος τον όμοιο αγαπά, όμοιος τον όμοιο θέλει
  262. Θέλει η πουτάνα να κρυφτεί και η χαρά δεν την αφήνει
  263. Κάθε παπάς την καμπάνα του επαινεί
  264. Κάθε πράγμα στον καιρό του κι ο κολιός τον Αύγουστο
  265. Με την τάξη έχεις χώρο, χρόνο, χρήμα
  266. Άνθρωπο από σόι και σκυλί από μαντρί
  267. Και το μέλι κόρον έχει
  268. Όταν λαλούν οι κόρακες, φεύγουν τ’ αηδόνια
  269. Καινούργια μέρα, καινούργια τύχη
  270. Κάθε πετεινός στη φωλιά του κράζει
  271. Έχει κι ο μύρμηγκας χολή, έχει κι η μύγα σπλήνα
  272. Ο καθένας με την τρέλα του (κι αυτός με την ομπρέλα του)
  273. Μ’ όποιον δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γράμματα θα μάθεις
  274. Μετά τη μπόρα έρχεται η γαλήνη
  275. Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του
  276. Όμοιος τον όμοιο, κι η κοπριά στα λάχανα
  277. Καθένας έχει την έννοια του, ο μυλωνάς τ’ αυλάκι
  278. Όμοιος ομοίω αεί πελάζει
  279. Ο παπάς πρώτα τα γένια του βλογάει
  280. Όλα του γάμου δύσκολα κι η νύφη γκαστρωμένη
  281. Κάλλια στον τόπο σου γυμνός, παρά στα ξένα στολισμένος
  282. Ο καθείς το σπίτι του για αφεντιά το έχει
  283. Ο καθείς για λόγο του κι ο Θεός για όλους
  284. Κατά τα κέρδη μου κρίνω το πανηγύρι
  285. Κάθε καρδιά έχει τον πόνο της
  286. Όπου τον τρώγει καθέναν, εκεί ξύνεται
  287. Από τον καρπό το δέντρο γνωρίζεται
  288. Όσο θέλεις δούλευε κι όσα ο Θεός θελήσει θα σου δώσει
  289. Με το κεφάλι που έχει προσκυνάει
  290. Τα λόγια τα παίρνει ο αγέρας, τα γραπτά μένουν
  291. Συκοφάντει και στα χίλια κάτι θα γίνει και θα μείνει
  292. Η αλεπού που κοιμάται, όρνιθες δεν πιάνει
  293. Καβαλκεύω τογ γάιδιαρον, ώςτα ευρήκω τ’ άλεγον
  294. Για να φας σίδερο, πρέπει να ‘χεις δόντια ατσαλένια
  295. Ο κουτσός με το ‘να πόδι ξεκινάει και πάει στην πόλη
  296. Έκανε κι η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο
  297. Πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένος
  298. Την πέρδικα απ’ τη λαλιά τής βρίσκουν τη φωλιά της
  299. Θεωρία επισκόπου και καρδιά μυλωνά
  300. Να μη γνωρίζει το δεξί σου χέρι, ό,τι δίνει το αριστερό
  301. Κάλλια κρέας σούζουμο, παρά ψάρι ψημένο
  302. Το βοϊδινό σε παχαίνει/ το πρόβειο σε ομορφαίνει/ το τράγειο σε δυναμώνει
  303. Διαλέξαμε τη νύφη μας, να μοιάζει της γενιάς μας
  304. Σπίτι που δεν το βλέπει ο ήλιος, το βλέπει ο γιατρός
  305. Για να φυλάξεις το σπίτι σου, έχε μόνο μια πόρτα
  306. Όποιος έχει μουσαφίρη, έχει αφέντη
  307. Σπίτι όσο χωρείς και τόπο όσο θωρείς
  308. Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη
  309. Σπίτι μου σπιτάκι μου και φτώχοκαλυβάκι μου
  310. Σπίτι χωρίς Γιάννη προκοπή δεν κάνει
  311. Άνδρας χωρίς γυναίκα, είναι άλογο χωρίς χαλινάρι
  312. Όποιος τρώγει ολίγο, κερδίζει, κι όποιος πιο λίγο, πολύ κερδίζει
  313. Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά
  314. Ας βγει το όνομα του θεριστή, κι ας πέφτει να κοιμάται
  315. Τυφλός ο έρωτας παντού κι όλα τυφλά του είναι
  316. Το πολύ φαΐ χορταίνει και το λίγο θεραπεύει, και το παραλιγουλάκι θεραπεύει το κορμάκι
  317. Ζει χύτρα, ζει φιλία
  318. Κρύο νερό, ζεστό ψωμί, είναι κι’ οι δυο κακοί γιατροί
  319. Μ’ όποιο δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γράμματα θα μάθεις
  320. Το καλό κρασί κάνει το καλό ξίδι
  321. Κατά τη ζωή και τα τέλη
  322. Όπως έσπειρες, θα θερίσεις
  323. Το ένα χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυο το πρόσωπο
  324. Μοιρασμένη λύπη, μισή λύπη, μοιρασμένη χαρά, διπλή χαρά
  325. Μπρος στα κάλλη τι είν’ το χάλι
  326. Όποιος αγοράζει περιττά, πουλεί τα αναγκαία
  327. Ομορφιά δίχως χάρη, σαν αγκίστρι χωρίς δόλωμα
  328. Βάζουν τον τρελό να βγάλει το φίδι απ’ την τρύπα
  329. Όσο έχει το πουγκί σου, όλ’ οι φίλοι είναι μαζί σου
  330. Όσο σε τιμούν τα ρούχα, δε σε τιμά το σόι σου
  331. Αγαπώ θα πει αγαπάω κι όχι παίζω και γελάω
  332. Στάλα τη στάλα το νερό τρυπά το λιθάρι/ κι η κόρη με τα νάζια της σφάζει το παλικάρι
  333. Ό,τι ορίζουν τα θεμέλια, προσκυνούν τα κεραμίδια
  334. Ο κακός καλό δεν κάνει μόνο το κακό παινάει
  335. Όμορφέ μου κι ομορφή μου, τι σκατά θα φάμε βράδυ,/ άχαρέ μου κι άχαρή μου, τι θα πρωτοφάμε βράδυ
  336. Μικρή βοήθεια, μεγάλη σωτηρία
  337. Η πρόθεση μετράει
  338. Μην κρίνεις, για να μην κριθείς
  339. Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα, τον τρων οι κότες
  340. Ο πλούτος και η δόξα διώχνουν το μνημονικό
  341. Να μη στηρίζεσαι σε ξένο ραβδί, παρά στο δικό σου
  342. Αυτό που γιατρεύει το ήπαρ, αρρωσταίνει τη σπλήνα
  343. Να μη στηρίζεσαι σε ξένο ραβδί, παρά στο δικό σου
  344. Η ανάγκη νόμο δεν έχει
  345. Με την υπομονή όλα κατορθώνονται
  346. Αν δε φας, δε κινάς
  347. Όσο σε τιμούν τα ρούχα, δε σε τιμά το σόι σου
  348. Γνώθι σαυτόν
  349. Εις τον λαβόντα απόφαση, μάταιες οι συμβουλές
  350. Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις
  351. Κάλλια λάχανα με γλύκα, παρά ζάχαρη με πίκρα
  352. Όποιος ζητεί και δίνουν του, άλλη δουλειά δεν έχει
  353. Η χαρά τον ζεσταίνει
  354. Ή με το γλυκό στα χείλη ή με το πουγκί στο χέρι
  355. Μη κάμεις κακό, για να μη σε βρει κακό
  356. Όποιος λέγει και δεν κάνει, τον γελούν και την παθαίνει
  357. Όποιος έχει πολλά χρήματα, καλά καβαλικεύει
  358. Του κακού εργάτη τα εργαλεία είναι πάντα καθαρά
  359. Θρέψε τον κόρακα για να σου βγάλει το μάτι
  360. Πότε πίτα και φλασκί, πότε πίτα μοναχή
  361. Το μήλο κάτω απ’ τη μηλιά θα πέσει
  362. Κατά τα βουνά και τα χιόνια
  363. Κατά τον καιρό και τον χορό
  364. Κατά μάννα και πατέρα, τέτοιος γιος και θυγατέρα
  365. Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω
  366. Κάθε πέρσυ και καλύτερα
  367. Ο Μάρτης μήνας έβρεχε κι ο Θεριστής γελούσε
  368. Ο ήλιος όταν βγαίνει, βγαίνει για όλους
  369. Δουλειά δεν είχε ο διάβολος κι έδερνε τα παιδιά του
  370. Κάποιο λάκκο έχει η φάβα
  371. Όταν λείπει η γάτα, χορεύουν τα ποντίκια
  372. Απ’ του Αγίου Αντριά το κρύο αντρειώνει
  373. Δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά
  374. Όπου δε χωρεί η αντρειά, έρχεται η πονηριά
  375. Ο τοίχος έχει αυτιά κι ο κάμπος έχει μάτια
  376. Απ’ το κεφάλι βρωμάει το ψάρι
  377. Χωρίς ψωμί και κρασί, παγώνει η αγάπη
  378. Η πείνα μάτια δεν έχει
  379. Τα φαινόμενα απατούν
  380. Όταν το σπίτι του γειτόνου σου καίεται, πάντεχε και το δικό σου
  381. Κάλλια Μάρτης στις γωνιές, παρά Μάρτης στις αυλές
  382. Άμα σου χαρίζουν δαχτυλίδι, άπλωσε το δάχτυλο
  383. Η πείνα βγάνει το λύκο απ’ τη φωλιά
  384. Ο διάβολος σφαλά μια πόρτα, κι ο Θεός ανοίγει δέκα
  385. Με τους τρελούς τρελός, με τους μεθυσμένους μεθυσμένος και με τους αγίους άγιος
  386. Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους
  387. Αφού γεράσει το δεντρί, ξεράδια δεν του λείπουν
  388. Όσοι οι άνθρωποι, τόσες (και) οι γνώμες
  389. Ο παθός είναι γιατρός
  390. Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους
  391. Ο νους ξεκουράζει το κορμί
  392. Κρείττον εις κόρακας ή εις κόλακας
  393. Μην ανακατώνεσαι σε ξένες δουλειές
  394. Ξένες έγνοιες, ξένοι πόνοι
  395. Όποιος ανακατώνεται σε πολλά, λίγα βγάζει πέρα
  396. Όσα γυαλίζουνε, χτυπούνε στο μάτι
  397. Και το λίγο της γριάς καλό της κάνει
  398. Πέφτουν τα παξιμάδια εκεί που δεν έχουν δόντια
  399. Θέλε να ‘χει ο γείτονας, μα και συ να μην είσαι άδειος
  400. Δώρα και θεούς έπεισαν
  401. Της όμορφης το μάγουλο, όταν γελά, λακώνει
  402. Ο πεινασμένος γάιδαρος ξυλιές δεν λογαριάζει
  403. Κράτα με να σε κρατώ, ν’ ανεβούμε το βουνό
  404. Όπου κάνουν κακό, κάνε καλό
  405. Σταλαγματιά σταλαγματιά, τρώει την πέτρα την πλατιά
  406. Τα Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ
  407. Μη βαράς στο μαχαίρι γροθιά
  408. Σπεύδε βραδέως
  409. Τα γέλια φέρνουν κλάματα
  410. Όταν έχεις τέτοιους φίλους, τι τους θέλεις τους εχθρόυς
  411. Κουκιά έφαγες, κουκιά μαρτυράς
  412. Το καλό κρασί κάνει το καλό ξίδι
  413. Το μήλο αποκάτω απ’ τη μηλιά θα πέσει
  414. Το μήλο κάτω απ’ τη μηλιά θα πέσει
  415. Αχόρταγο κι αχάριστο μη βοηθείς ποτέ σου
  416. Μην πιστεύεις όσ’ ακούς, κι όσα βλέπεις τα μισά
  417. Μια φορά το λεν τ’ ανθρώπου και δέκα του γαϊδάρου
  418. Αγάπη πύργους καταλεί και κάστρα ρίχνει κάτου,/ και παλικάρια του σπιτιού τα ρίχνει του θανάτου
  419. Ήρθαν τ’ άγρια να διώξουν τα ήμερα
  420. Με τα δόντια του ο άνθρωπος σκάβει το λάκκο του
  421. Από σιδερά σε σιδερά, δεν περνά χρήμα
  422. Είδες του γάτου το μαλλίν για να γενεί μετάξιν, τ’ ανθρώπου του κακόγνωμου η γνώμη του ν’ αλλάξει;
  423. Ο ζευγίτης κάθε χρόνο έχ’ ελπίδα να πλουτίσει
  424. Εκ του περισσεύματος της καρδιάς το στόμα λαλεί
  425. Όταν συζητάς πρώτα ν’ ακούς κι ύστερα να μιλάς
  426. Απ’ τη λεχώνα ως τη μαμή είναι που χάθηκε το παιδί
  427. Νηστική αρκούδα χορεύει ποτέ;
  428. Βάλ’ το μάνταλο στην πόρτα, να κοιμάσαι ξένοιαστος
  429. Η χαρά και η λύπη μαζί περπατούν
  430. Απ’ τα μετρημένα τρώει ο λύκος
  431. Με ξένα κόλλυβα μακαρίζει τους γονείς του
  432. Μην πιστεύεις όσ’ ακούς, κι όσα βλέπεις τα μισά
  433. Είμαστε ότι τρώμε
  434. Όταν έχεις τέτοιους φίλους, τι τους θέλεις τους εχθρούς
  435. Με τον έρωτα περνά ο καιρός και με τον καιρό ο έρως
  436. Έχε τα πόδια σου ζεστά, την κεφαλή σου κρύα και το στομάχι σου ελαφρύ, γιατρού δεν έχεις χρειά
  437. Μεταξύ δύο κακών το μη χείρον βέλτιστον
  438. Τα παθήματα γίνονται μαθήματα
  439. Κακού κόρακος, κακό αυγό
  440. Θα γελάσεις εις βάρος μου αλλά όχι εις βάρος του χρήματός μου
  441. Γιατρός, μουσικός και τρελός είναι ο καθείς
  442. Τσόχα και γυναίκα μην τα βλέπεις νύχτα
  443. Παπά παιδί, διαβόλου εγγόνι
  444. Ο διάβολος διαβολόπουλα γεννάει
  445. Κούμαρα κόκκινα βλέπει και χαίρεται η κοιλιά του
  446. Μικρή τρύπα βουλιάζει μεγάλο καράβι
  447. Ο πνιγμένος απ’ τα μαλλιά του πιάνεται
  448. Από ψωριάρικο πουλάρι, όμορφο άλογο
  449. Ο κλέφτης είδε τον ψεύτη κι έφυγε
  450. Ο κακός μοιάζει με τα κάρβουνα, όταν δε σε κάψουν, θα σε μουτζουρώσουν
  451. Από τέτοιο κεφάλι τέτοια γνώμη
  452. Από καλόν καρπό γένεται το καλό ψωμί
  453. Το μήλο κάτω απ’ τη μηλιά θα πέσει
  454. Απ’ όλα έχει ο μπαχτσές
  455. Από σιτάρι και βρώμη το σπίτι γεμάτο
  456. Ο κόκορας δε γεννάει περιστέρια
  457. Το μικρό προζύμι, μεγάλο ζύμωμα κάνει
  458. Απ’ το είπε και το κάμε, μεγάλη διαφορά
  459. Να φοβάσαι τα συγανά ποτάμια
  460. Η αγάπη και τα μίση δε βαστούν πολύν καιρό
  461. Δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται
  462. Ρόδα είναι και γυρίζει
  463. Από δέρμα βγαίνουν τα λουριά
  464. Απ’ τον λόγο ως την πράξη, ο δρόμος είναι μακρινός
  465. Μεταξύ δύο κακών το μη χείρον βέλτιστον
  466. Απ’ όλα τα μυρουδικά, κάλλιο μυρίζει ο φούρνος,/ κι απ’ όλα τα λαλούμενα, κάλλιο λαλάει η πλόσκα
  467. Ο κάθε ψεύτης έχει και το μάρτυρά του
  468. Άκουγε γέρου συμβουλή και παιδεμένου γνώση
  469. Ο καλός ο φίλος στην ανάγκη φαίνεται
  470. Μοιρασμένη λύπη, μισή λίπη, μοιρασμένη χαρά, διπλή χαρά
  471. Όποιος χάνει στα χαρτιά, κερδίζει στην αγάπη
  472. Παίρνει απ’ το Χριστό να δώσει στην Παναγία
  473. Μάθαμε γυμνοί και ντρεπόμαστε ντυμένοι
  474. Αγάλια αγάλια γίνεται η αγουρίδα μέλι
  475. Εκείνα που θέλεις νηστικός, τα κάνεις μεθυσμένος
  476. Ύστερα από το φαϊ, μήτε φάκελο να διαβάσεις
  477. Ύστερα από το γάλα, μη φας τίποτα
  478. Τα πρώτα εκατό χρόνια είναι τα δύσκολα
  479. Αχλάδι έφαγες, πιες κρασί, αν δεν θες να πεθάνεις
  480. Πέρσι κάηκε, φέτος μύρισε
  481. Θεωρία επισκόπου και καρδιά μυλωνά
  482. Μ’ ένα λόγο καις το λόγγο
  483. Απ’ του Αγίου Σπυρίδωνα, η μέρα μεγαλώνει κατά ένα σπυρί
  484. Γλυκός ο ύπνος το πρωί, γυμνός ο κώλος τη Λαμπρή
  485. Όποιος αγοράζει περιττά, πουλεί τα αναγκαία
  486. Όποιος έχει υπομονή, βλέπει όσα επιθυμεί
  487. Το ‘πα και το ‘κανα
  488. Όταν έρθει ο Νοέμβρης σιγομπαίνει κι ο χειμώνας
  489. Η αλήθεια είναι μαλώτρια
  490. Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό: «κεφάλα»
  491. Είπε ο χέστης του κλανιά: «παρέκει, τι με βρώμισες»
  492. Είπε το γάλα στο κρασί: «καλώς ήρθες, φίλε»
  493. Είπ’ ο χέστης του κλανιά, παρέκει, τι με βρώμισες
  494. Δείξε μου το φίλο σου, για να σου πω ποιος είσαι
  495. Όποιος υπερηφανεύεται, γρήγορα ταπεινώνεται
  496. Έχεις γρόσια, έχεις γλώσσα
  497. Τα λεφτά πάνε στα λεφτά
  498. Όποιος έχει πολλά χρήματα, καλά καβαλικεύει
  499. Ο Θεός σου δίνει βάσανα, όσα μπορείς να βαστάξεις
  500. Ο Θεός συγχωρέσει τον πρώτον, κι ανάθεμα το δεύτερο
  501. Κατά τα ρούχα μοιράζει ο Θεός το κρύο
  502. Εύκολα οι κακοί ταιριάζουν
  503. Καλύτερα φρόνιμος εχθρός, παρά ανόητος φίλος
  504. Ο Θεός με το ένα χέρι μπατσίζει και με το άλλο σε χαϊδεύει
  505. Διαίρει και βασίλευε
  506. Ο μεθυσμένος ντροπή δεν έχει
  507. Αλίμονο στου δαρμένου όσου να βγουν οι κριτάδες
  508. Στου θανάτου τις πληγές βοτάνια δε χωρούνε
  509. Ο πονοκέφαλος θέλει λιχουδιά
  510. Ο πόνος για την πεθαμένη γυναίκα διαρκεί μέχρι την πόρτα
  511. Ο έξυπνος άνθρωπος αλλάζει γνώμη, ο ανόητος ποτέ
  512. Σπίτι που δεν το βλέπει ο ήλιος, το βλέπει ο γιατρός
  513. Κατά τον τόπο όπου πας, έτσι να περνάς
  514. Όποιος αγαπάει, παιδεύει
  515. Απ’ τον ίσιο δρόμο ποτέ σου μην ξεβγαίνεις
  516. Μια φορά ήμουν άγγελος, τώρα αγγελίζουν άλλοι
  517. Όταν θες να σε αγαπούνε στέργε, ή άργε να σε ‘πιθυμούνε
  518. Η θέληση και μόνη τα πάντα κατορθώνει
  519. Μάθε πρώτα να υπακούεις, πριν μάθεις να διατάσσεις
  520. Όποιος βγάνει και δε βάνει, γρήγορα στον πάτο φτάνει
  521. Κοίταξ’ εκείνο το βουνό, πώς άναψε και καίει,/ κάποιος αγάπη έχασε και κάθεται και κλαίει
  522. Ο λόγος έχει (κι) αντίλογο, τ’ αντίλογο φαρμάκι
  523. Σου έρχεται απ’ εκεί που δεν το περιμένεις
  524. Η φτώχεια φέρνει γκρίνια
  525. Χωρίς ψωμί, χωρίς κρασί, παγώνει κι η αγάπη
  526. Μη φυτρώνεις εκεί που δε σε σπέρνουν
  527. Όπου πηγαίνει μια γίδα, εκεί θέλουν να πάνε όλες
  528. Το βαθύ ποτάμι δεν κάνει κρότο
  529. Σκέψου και πορέψου
  530. Αν βρέξει ο Απρίλης δυο νερά κι ο Μάης άλλο ένα, χαρά σ’ εκείνο τον γεωργό, που ‘χει πολλά σπαρμένα
  531. Δυο είναι παρέα, τρεις είναι πλήθος
  532. Άμα δε θέλει ο ένας, οι δύο δε μαλώνουν
  533. Δυο κοκόρια σε μιαν αυλή δε μονοιάζουν
  534. Όποιος κοιμηθεί με στραβό, το πρωί αλληθωρίζει
  535. Ο δουλευτής ποτέ του δεν πεινάει
  536. Που τρώει λάδι και ψωμί (γ)ή λαδωτό πιτάρι δεν τόνε πιάνουν σαïτιές του χαρομακελάρη
  537. Όταν ο μήνας δεν έχει ρο, βάλε στο κρασί νερό
  538. Αετός μύγες δεν πιάνει
  539. Ο έρωτας είναι τυφλός
  540. Η πρώτη αγάπη δε ξεχνιέται
  541. Η αγάπη δίχως πείσματα δεν έχει νοστιμάδα
  542. Η αγάπη όλα τα εξισώνει
  543. Αν δεν έχεις και κρασί, δεν έχει γούστο το φαϊ
  544. Γάιδαρος χρυσός, χρυσό γομάρι
  545. Απ’ το φτωχό λείπουν πολλά, απ’ τον φιλάργυρο τα πάντα
  546. Εκτιμάται το νερό, όταν στερέψει το πηγάδι
  547. Μούρη κιτρινιασμένη, ψυχή διεστραμμένη
  548. Το κακό δεν αργεί να έρθει
  549. Το γυαλί κι η τύχη εύκολα τσακίζονται
  550. Το κακό στην αρχή θε το χτύπημα και το καλό καλόπιασμα
  551. Το κακό δέντρο απ’ την αρχή ξερίζωμα
  552. Η τιμή τιμή δεν έχει και χαρά στον που την έχει
  553. Το μικρό μαγερειό μεγαλώνει το σπίτι
  554. Όταν μιλάνε οι τρελοί, ο σοφός σωπαίνει
  555. Η καμήλα για χίλια άσπρα και παντού αγοραστής
  556. Φύλαγε τα ρούχα σου, για να ΄χεις τα μισά
  557. Μοναχός σου χόρευε, κι όσο θέλεις πήδα
  558. Ο αγενής ευγενής δε γίνεται
  559. Ο παντρεμένος, σπίτι θέλει
  560. Γυναίκα και χειμωνικό η τύχη τα διαλέγει
  561. Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός
  562. Αφού έφυγε το πουλί, έβαλε τα ξόβεργα
  563. Άκουσε την πρώτη συμβουλή της γυνάικας σου κι όχι τη δεύτερη
  564. Η καρδιά και τα μάτια πάντα παραμένουν νέα
  565. Δώσ’ εδώ, και δώσ’ εκεί, πώς θα κάνουμε βρακί
  566. Ό,τι κάνεις, θα σου κάνουν, κι ακόμα ένα παραπάνω
  567. Ο πόθος όντας βουληθεί και θέλει να νικήσει,/ γνώση δεν είν’ ου δύναμη να τόνε πολεμήσει
  568. Ο ανήφορος φέρνει και κατήφορο
  569. Σα γεράσει ο διάβολος, γίνεται καλόγερος
  570. Η φτήνια τρώει τον παρά
  571. Όποιος έχει πολλά χρήματα, καλά καβαλικεύει
  572. Το χρήμα δεν μυρίζει
  573. Ο αγαπητικός και το ψάρι, φρέσκοι πρέπει να είναι
  574. Το πάθημα γίνεται μάθημα
  575. Παν μέτρον άριστον
  576. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα
  577. Το απαγορευμένο φρούτο είναι το πιο λαχταριστό
  578. Δεξιό χέρι ‘ν’ η εργασία και ζερβό η οικονομία
  579. Όσο σε τιμούν τα ρούχα, δε σε τιμά το σόι σου
  580. Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά
  581. Η πείνα ανοίγει τα μάτια
  582. Η πείνα βγάνει το λύκο απ’ τη φωλιά
  583. Η πείνα κάστρα πολεμά και κάστρα παραδίνει
  584. Φύση, τη φύση κυνηγά, κ’ η γάτα το ποντίκι
  585. Ο άνθρωπος είναι το μοναδικό ζώο που σκουντουφλά δυο φορές στην ίδια πέτρα
  586. Ο άντρας είναι από φωτιά, η γυναίκα από στουπί κι ο διάβολος καταφτάνει και φυσάει
  587. Άνθρωπος ανθρώπου λύκος
  588. Άλλα μελετούν τα βόδια κι άλλα μελετά ο ζευγάς
  589. Ο άνδρας και η αρκούδα, όσο πιο άσκημοι τόσο πιο όμορφοι
  590. Ο μουσαφίρης και το ψάρι την τρίτη μέρα βρομάνε
  591. Η υπόσχεση κι η απάτη είναι κλαδιά του ίδιου δέντρο
  592. Ο Απρίλης κι αν χιονίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει
  593. Πέρσι ψόφησε ο λαγός και φέτος βγήκε η βρώμα
  594. Η γυναίκα με το κλάμα και ο κλέφτης με τους όρκους
  595. Πουτάνα αν θέλει να κρυφτεί, η χαρά δεν την αφήνει
  596. Ο λύκος κι αν εγήρασε κι άλλαξε το μαλλί του,/ μήτε τη γνώμη τ’ άλλαξε, μήτε την κεφαλή του
  597. Ο λύκος τη φωλιά του δεν τη μαγαρίζει
  598. Ο λωλός, εξαιτίας της τιμωρίας, γίνεται λογικός
  599. Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις
  600. Ο κόσμος καίγεται και μουνί χτενίζεται
  601. Η αρρώστια με το σακί μπάνει και με το βελόνι βγαίνει
  602. Παλιό γιατρό και γέρο καπετάνιο να γυρεύεις
  603. Ο καλός ο σκύλος είναι καλός φίλος
  604. Τα λάθη είναι ανθρώπινα
  605. Ο ψεύτης πρέπει να έχει καλό μνημονικό
  606. Ο φόβος φυλάει τα έρημα
  607. Τον υπηρέτη και τον πετεινό, ένα χρόνο
  608. Οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους κ’ οι ζωντανοί με τους ζωντανούς
  609. Ο κόσμος είναι πολύ μικρός
  610. Το μάτι του νοικοκύρη τροφή τ’ αλόγου
  611. Το μάτι, να το καθαρίσεις με τον αγκώνα
  612. Γρήγορα γηράζει η χάρη
  613. Ο ακαμάτης είναι αδελφός του ζητιάνου
  614. Μήτ’ ο σκύλος τρώγει τ’ άχερο, μήτε το γάιδαρο αφήνει να το φάγει
  615. Παλιός σκύλος, καλός φύλακας
  616. Ο ακαμάτης δεν τρώει αμύγδαλα, για να μην τα σπάσει
  617. Απ’ το κεφάλι βρωμάει το ψάρι
  618. Το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό
  619. Όποιος στο μύλο μπαίνει, λερωμένος θε να βγει
  620. Το μάτι του νοικοκύρη κοπρίζει το χωράφι
  621. Γράφει η μοίρα καθενού μας πόσο καίει το καντήλι
  622. Ο ποιητής γεννιέται, δεν γίνεται
  623. Κάθε αρχή και δύσκολη
  624. Στα είκοσι πέντε η γνώση και στα τριάντα το γρόσι
  625. Κέρδος χωρίς κόπο δε γίνεται
  626. Τις κότες σας προσέξετε, ο πετεινός μου λύθηκε
  627. Δυο μπουκιές δεν καταπίνονται μονομιάς
  628. Όποιος μαγειρεύει ψέματα, στο πιάτο του τα βρίσκει
  629. Όποιος κατηγορεί τ’ αχλάδι, θέλει να το φάγει
  630. Όποιος λέει την αλήθεια, έχει το Θεό βοήθεια
  631. Ο γάμος είναι σάκος, ‘που ‘ναι κλεισμένα φίδια, κ’ ένα χέλι, ποιος να βάλει το χέρι του;
  632. Όποιος παίρνει συμβουλή μονάχα απ’ ατού του, έχει συμβουλάτορα ένα βλάκα
  633. Τα λάθη πληρώνονται
  634. Ο επιμένων, νικά
  635. Όποιος το ξέρει, ας το πει
  636. Όσο ζω και δεν πεθαίνω, τόσο πιο πολλά μαθαίνω
  637. Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εφύλαγες
  638. Όποιος τρέχει στην αρχή, γρήγορα θ’ αποστάσει
  639. Ο διάβολος γίδια δεν είχε και γάλα πούλαγε
  640. Τα γράμματα είναι καλά, μα να ‘χεις νου και γνώση
  641. Το παιδί αν δεν κλάψει, βυζί δεν του δίνουν
  642. Όποιος πάει στο μύλο, αλευρώνεται
  643. Απ’ το ολότελα, καλή κι η Παναγιώταινα
  644. Όποιος βαριέται, στερείται, κι όποιος δουλεύει, καλοπερνάει
  645. Κάθε τσάπα για λόγο του δουλεύει
  646. Ο ψεύτης δεν πιστεύται, κι όταν λέει αλήθεια
  647. Όποιος ερωτά καλά, μαθαίνει σωστά
  648. Όποιος φτάνει πρώτος, εκείνος τα καταφέρνει
  649. Δώρα και θεούς έπεισαν
  650. Όποιος σπάει, πληρώνει
  651. Όποιος δεν ξέρει να βοηθάει, μένει καταμόνος και δυστυχάει
  652. ’Οποιος έχει τα φλουριά, κάθε κίνδυνο αψηφά
  653. Μη βροντήσεις ξένη πόρτα, μη βροντήσουν τη δική σου
  654. Που ‘χ’ αδελφό καλόγερο, έχει ζευγάρια βόδια
  655. Ο περήφανος έφυγε καβάλα και γύρισε πεζός
  656. Καθ’ εμπόδιο για καλό
  657. Όποιος είχε, διατήρησε
  658. Όποιου του μέλλει να πνιγεί, ποτέ του δεν πεθαίνει
  659. Όποιος έρθει πίσω, ας ωθήσει
  660. Θεωρία επισκόπου και καρδιά μυλωνά
  661. Έκανε κι η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο
  662. Μάθε τέχνη κι ασ’ τηνε, κι αν πεινάσεις πιάστηνε
  663. Εν οίδα, ότι ουδέν οίδα
  664. Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός
  665. Σαπουνίζοντας γουρούνι, χάνεις κόπο και σαπούνι
  666. Ο ύπνος αδελφός είν’ του θανάτου
  667. Ο καιρός είναι γιατρός
  668. Ο χρόνος είναι χρήμα
  669. Ο καιρός ξεσκεπάζει την αλήθεια
  670. Όποιος σκορπάει τον χρόνο, δεν τον ξαναμαζεύει
  671. Έχει ο καιρός γυρίσματα
  672. Ο χρόνος είναι γιατρός
  673. Το σκυλί δαγκώνει τον τελευταίο
  674. Τα ελαττώματα αμβλύνουν και διαφθείρουν την κρίση
  675. Η πολλή άδεια κάνει τον νοικοκύρη κλέφτη
  676. Σε κλεισμένο στόμα μύγα δεν μπαίνει
  677. Ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση
  678. Κατά τον τόπο κι ο τρόπος
  679. Αγαπάει η Μάρω το χορό κι ηύρε άντρα χορευτή
  680. Τσαγκάρης ξυπόλυτος, ράφτης ξεγυμνωμένος
  681. Η καμήλα του φτωχού αντί να γεννήσει, απόρριψε
  682. Γρόσι στο πουγκί, ψάρι στο βουνί
  683. Μη λέγεις ό,τι σκέπτεσαι, σκέψου όμως ό,τι λέγεις
  684. Τα τραγούδια με τον Τρύγο, παραμύθια τον Δεκέμβρη
  685. Παν μέτρον άριστον
  686. Μήτε δέντρο χωρίς ξεράδι, μήτε άνθρωπος χωρίς ψεγάδι
  687. Στους τυφλούς βασιλεύει ο μονόφθαλμος
  688. Τα λάθη για τους ανθρώπους είναι κι η μετάνοια επίσης
  689. Ανώφελο το πότισμα, σαν ξεραθεί το δένδρο
  690. Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει
  691. Μάη μου καλέ μου μήνα, να ‘σουν δυο φορές τον χρόνο!
  692. (Μαθαίνω) στου κασσίδη το κεφάλι
  693. Άκουγε πολλά και λέγε λίγα
  694. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα
  695. Όλοι οι καλοί χωράνε
  696. Μ’ ευγενικόν κουβέντιαζε και ξόδευε το βιο σου
  697. Ο καλός ο φίλος στην ανάγκη φαίνεται
  698. Το γοργόν και χάριν έχει
  699. Το πολύ το Κύριε ελέησον το βαριέται κι ο Θεός
  700. Μη φυτρώνεις εκεί που δε σε σπέρνουν
  701. Στις παλιές φωλιές δεν υπάρχουν πουλιά σήμερα
  702. Σάββατο γιο μη χαίρεσαι και Τρίτη θυγατέρα
  703. Σαν είν’ τα Λάμπρια φωτεινά, είναι τα Φώτα σκοτεινά, σαν είν’ τα Λάμπρια σκοτεινά, είναι τα Φώτα φωτεινά
  704. Άγιος Δημήτρης έρχεται τα χιόνια φορτωμένος
  705. Οκτώβρη και δεν έσπειρες, καρπό πολύ δεν παίρνεις
  706. Σπίτι μου, σπιτάκι μου και φτωχοκαλυβάκι μου
  707. Το γεμάτο στομάχι δεν καταλαβαίνει το αδειανό
  708. Πρώτα το γείτονα κι ύστερα το Θεό
  709. Κάθε κάβουρας στην τρύπα του είναι δυνατός
  710. Παντού τα πάντα
  711. Του αγίου ν’ ανάβεις ένα κερί, και του διαβόλου δύο
  712. Βουνό με βουνό δεν ανταμώνεται, άνθρωπος με άνθρωπο ανταμώνεται
  713. Ο υπηρέτης είναι πληρωμένος εχθρός
  714. Μεταξύ φίλων και στρατιωτών οι φιλοφρονήσεις είναι περιττές
  715. Και το μέλι κόρον έχει
  716. Φίλοι να ήμαστε και τα πουγκιά μας να μαλώνουν
  717. Ανάμεσα στο νύχι και στο κρέας τίποτα δε χωρεί
  718. Η αγάπη θέλει φρόνηση, θέλει ταπεινοσύνη,/ θέλει λαγού περπατησιά, πουλιού γρηγοροσύνη
  719. Απρίλης Μάης, κοντά ‘ν’ το θέρος
  720. Και τ’ άντερα στην κοιλιά μαλώνουν
  721. Ανάμεσα στο νύχι και στο κρέας τίποτα δε χωρεί
  722. Κάλλιο γαϊδουρόδενε, παρά γαϊδουρογύρευε
  723. Μεταξύ όλων την σκότωσαν και εκείνη από μόνη της πέθανε
  724. Αν ήταν η ζήλια ψώρα, θα γέμιζε όλη η χώρα
  725. Όλα του γάμου δύσκολα κι η νύφη γκαστρωμένη
  726. Το πάθημα γίνεται μάθημα
  727. Η κακή η είδηση δεν αργάει να ‘θει
  728. Η κότα πίνει νερό και τηράει κατά το Θεό
  729. Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι
  730. Τον αράπη και αν τον πλένεις το σαπούνι σου χαλάς
  731. Ευκοπώτερόν εστι κάμιλον δια τρυπήματος ραφίδος διελθείν ή πλούσιον εις την βασιλαίαν του Θεού εισελθείν
  732. Χειρότερο είναι το φάρμακο παρά η αρρώστια
  733. Έτρεχε να μη βραχεί κι έπεσε μέσ’ στο ποτάμι
  734. Καινούργια σκούπα καλά σκουπίζει
  735. Η βρύση και η κλειδαρότρυπα γνωρίζουν πολλά μυστικά
  736. Ευχαριστού με τα ολίγα, για να είσαι ευτυχής
  737. Ο πρώτος εχθρός σου,είν’ ο εαυτός σου
  738. Όποιος εργάζεται θαρρετά, κερδίζει πάντα
  739. Τι χοντρό κεφάλι που ‘χεις; Μου στενεύει η σκούφια σου
  740. Ούτε αυγά, ούτε πουλιά
  741. Κόκκινα γένια και μάθια γαλανά, ψυχή Ιούδα και μάθια σατανά
  742. Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίζει, του καλοκαιριού μυρίζει
  743. Χιόνι ρίχνει το Φλεβάρη, βάνεις στάρι στο κελάρι
  744. Η φακή κι’ ο τραχανάς, ως το λάκκο της Ρωμιάς
  745. Δυο λαγούς σαν κυνηγάς, κ’ οι δυο θα σου φύγουν
  746. Νηστικό αρκούδι δε χορεύει
  747. Από το φόβο του τα χάνει κανείς
  748. Οι καλοί παρακλητόροι ξέρουν που πιάνουν το χέρι
  749. Θάνατος πλούσιου, φιλονικία κληρονόμων
  750. Δούλευε να φας και κρύψε να ΄χεις
  751. Γάτος κλεισμένος ποντικούς δεν πιάνει
  752. Ζεματισμένος γάτος, φοβάται και το κρύο νερό
  753. Γλάροι στη στεριά, φουρτούνα στο πέλαγο
  754. Με το νου που γεννήθηκες, μ’ εκείνο θα πεθάνεις
  755. Εάν τα χελιδόνια πετάνε χαμηλά, θα βρέξει
  756. Σταλαματιά σταλαματιά άδειασε το βαγένι
  757. Σταλαγματιά σταλαγματιά, γεμίζ’ η στάμνα η πλατιά
  758. Σιγά τον πολυέλαιο να μη σβηστούν τα φώτα
  759. Φασούλι το φασούλι, γεμίζει το σακούλι
  760. Τα σιγανά ποτάμια να φοβάσαι
  761. Πόλεμος, κυνήγι και έρωτες, για μια απόλαυση χίλιους πόνους
  762. Το ξένο ψωμί είναι γλυκό
  763. Κατά φωνή κι ο γάιδαρος
  764. Η ομόνοια χτίζει σπίτια κι η διχόνοια τα γκρεμίζει
  765. Είπε κι η κουρούνα κρα
  766. Όποιος γίνεται μέλι, τον τρων οι μύγες
  767. Κάνε το καλό και ρίξ’ το στο γιαλό
  768. Όποιος έχει, ας τα φυλάγει
  769. Άναψε τ’ άγιου δυο κεριά και του δαιμόνου πέντε
  770. Όποιος περιμένει να φάει, ποτέ του δεν πεινάει
  771. Νηστεύει ο δούλος του Θεού, γιατί να φά’ δεν έχει
  772. Άλλο δε με μάρανε, της άνοιξης το κρύο
  773. Πέντε φύσα και μια ρούφα
  774. Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία
  775. Έκανε κι η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο
  776. Πρέπει να πάθεις για να μάθεις
  777. Περισσότρες είν’ οι μέρες, παρά τα λουκάνικα
  778. Από δήμαρχος κλητήρας
  779. Κάλλιο λάχανα με ομόνοια παρά μέλι με διχόνοια
  780. Κάνε το καλό και ρίχτ’ το στο γιαλό
  781. Όποιος παινιέται μόνος του και δεν τον επαινούνε,/ ας είναι παραβέβαιος ότι τον εγελούνε
  782. Προσκυνημένο κεφάλι, δεν κόβεται
  783. Ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε και ό,τι αρπάζει ο κώλος μας
  784. Ομορφιά δίχως χάρη, σαν αγκίστρι χωρίς δόλωμα
  785. Του παιδιού μας το παιδί, δυο φορές το ‘χω παιδί
  786. Μην κλοτσάς τα γονικά σου, θα το βρεις απ’ τα παιδιά σου
  787. Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον βγάλαμε
  788. Όποιος λυπάται το ραβδί του, μισάει το παιδί του
  789. Μικρά παιδιά, μικρά βάσανα. Μεγάλα παιδιά, μεγάλα βάσανα
  790. Ο κόλακας κολατσίζει, μα δε δειπνίζει
  791. Του φτωχού η κάπα, στρώμα και πάπλωμά του
  792. Φύλαγε τα ρούχα σου, για να έχεις τα μισά
  793. Αφού γεράσει το δεντρί, ξεράδια δεν του λείπουν
  794. Όλα τα γουρούνια μια μύτη έχουν
  795. Το κέρδος κάνει σύντροφο και μάρτυρα το ψέμα
  796. Βοήθα με να σε βοηθώ, ν’ ανεβούμε στο βουνό
  797. Απ’ το κακό στο χειρότερο
  798. Απ’ τη φωτιά στα κάρβουνα
  799. Η γυνή μου εξωλόθρευσέ με εκ του οίκου μου
  800. Ο κακός μοιάζει με τα κάρβουνα, όταν δε σε κάψουν, θα σε μουτζουρώσουν
  801. Πήγε για μαλλί, και βγήκε κουρεμένος
  802. Ποιος σου ‘βγαλε τα μάτια; -Ο αδελφός μου. -Γι’ αυτό σου τα ‘βγαλε βαθιά
  803. Νέο κλουβί, ψόφιο πουλί
  804. Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει
  805. Όποιος νικηθεί από τα πάθη του είναι χαμένος
  806. Φίλος που σε γέλασε, αφού τον δοκιμάσεις, από μακριά χαιρέτα τον και κάκια μην του πιάσεις
  807. Μάτια που δε βλέπονται γρήγορα λησμονούνται
  808. Όποιος γυρεύει τα πολλά, χάνει και τα λίγα
  809. Αγάλια αγάλια τα τούμπανα, τ’ είναι φτωχός ο γάμος
  810. Με λόγια σάκος δε γιομίζει
  811. Κάμε καλό στους φίλους σου, να το βρεις στην ανάγκη
  812. Του αχάριστου η ψυχή τρύπιο πιθάρι μοιάζει, που το γεμίζεις με νερό και μονομιάς αδειάζει
  813. Η φύση οδηγεί και η πείρα διδάσκει
  814. Το κρεβάτι είναι καλό λιβάδι: αν δεν κοιμάσαι, είσαι ξαπλωμένος
  815. Η γριά κι αν ερωτεύεται, στ’ ανήφορο της φαίνεται
  816. Τα μάτια είναι ο καθρέφτης της ψυχής
  817. Ο παπάς πρώτα τα γένια του βλογάει
  818. Ακριβός στα πίτουρα και φτηνός στ’ αλεύρι
  819. Το μεσημεριανό (θέλει) καθισιό και το δείπνο περπάτημα
  820. Τόπου συνήθεια Νόμου Κεφάλαιον
  821. Όποιος είν’ απέξω απ’ το χορό, πολλά τραγούδια ξέρει
  822. Δε μπορεί να δείρει το γάιδαρο, και δέρνει το σαμάρι
  823. Η περιέργεια σκότωσε τη γάτα
  824. Όσο πιο πολύ δουλεύεις το κλειδί, τόσο καλύτερα γυαλίζει
  825. Λίγο λάδι, λίγο ξίδι, κι’ έγινε η σαλάτα σου
  826. Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία
  827. Η εξαιρέση επιβεβαιώνει τον κανόνα
  828. Το πάθημα γίνεται μάθημα
  829. Έχεις πίστη στο Θεό; Μη φοβάσαι τον εχθρό
  830. Της γειτόνισσας τ’ αυγά πάντα πιο μεγάλα είναι
  831. Το πάχος δεν είναι κάλλος, αλλά κρύβει πολλές ατέλειες
  832. H βία γεννά βία
  833. Η ομορφιά είναι περαστική
  834. Απ’ εκεί που πήδησε η κατσίκα, θα πηδήξει και το κατσικάκι
  835. Με τον παρά μου και την κυρά μου
  836. Η άγνοια του νόμου δεν εξαιρεί από την εφαρμογή του
  837. Η πληροφόρηση είναι εξουσία
  838. Εις τα νιότα πού ‘ν’ τα φρόνα κι εις τα φρόνα πού ‘ν’ τα νιότα;
  839. Μπουκιά μεγάλη φάε, μεγάλο λόγο μην πεις
  840. Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει
  841. Ο πηλός αν δεν δαρθεί, κεραμίδι δε γίνεται
  842. Ο πρώτος εχθρός σου ειν’ ο εαυτός σου
  843. Η αλήθεια είναι μαλώτρια
  844. Το κακό, αν δεν κορώσει, δεν παύει
  845. Το σάπιο μήλο σαπίζει και τα γερά
  846. Το δριμύ ξίδι τ’ αγγειό του χαλάει
  847. Κάλλιο φτωχός κι ευχαριστημένος, παρά πλούσιος αρρωστιάρης
  848. Τα λίγα λόγια ζάχαρη και το καθόλου μέλι
  849. Η πείνα είναι η καλύτερη σάλτσα
  850. Το ψέμα στη πόρτα φτάνει
  851. Όταν θες να σε θυμούνται, άργε να σε θεωρούνε
  852. Σαν άνθρωποι είμαστε όλοι ίσοι μπροστά στο θάνατο
  853. Καλή κακή γυναίκα με βγάνει από καθενού κερατά πόρτα
  854. Μαύρο σταμνί αγόραζε και κόκκινο τσικάλι, γυναίκα λιανοκάμωτη, να τη φραθείς στα κάλλη
  855. Γυναικούλες μαλώνουν, αλήθειες λένε
  856. Ό,τι δεν μπορεί να κάμει ο διάβολος, το κάνει η γυναίκα
  857. Γυναίκα και γυαλί σπουν εύκολα
  858. Το κρασί και οι γυναίκες ξελογιάζουν τους φρονίμους
  859. Μαύρο σταμνί αγόραζε και κόκκινο τσικάλι, γυναίκα λιανοκάμωτη, να τη φραθείς στα κάλλη
  860. Γυναίκα χωρίς εντροπή, φαϊ χωρίς αλάτι
  861. Η μουσική εξημερώνει τα πνεύματα
  862. Η ανάγκη νόμο δεν έχει
  863. Η νύχτα γεννά σύμβουλο
  864. Η ευκαιρία κάνει τον κλέφτη
  865. Όποιος γίνεται πρόβατο, τον τρώγει ο λύκος
  866. Το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον
  867. Ο λόγος πείθει, το παράδειγμα παρασύρει
  868. Ο λόγος είναι άργυρος, κι η σιωπή χρυσός
  869. Λόγο και πέτρα έριξες, δε θα τα ξαναπιάσεις
  870. Έκανε κι η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο
  871. Ο επιμένων νικά
  872. Μικρό είναι και το πιπέρι, μόνο τσούζει εις το στόμα
  873. Η άνοιξη το αίμα ταράσσει
  874. Ο πόνος είναι βουβός
  875. Ο γλυκός λόγος βγάζει το φίδι απ’ την τρύπα
  876. Γεια μου, πλούτη μου
  877. Βράζει το αίμα (μου)
  878. Η πεθερά κι από ζάχαρη κι αν είναι, πάντα πικρή είναι
  879. Την τύχη της άσχημης, η όμορφη την επιθυμεί
  880. Ο κύβος ερρίφθη
  881. Όποιος σκάβει το λάκκο του αλλουνού, πέφτει ο ίδιος μέσα
  882. Η ισχύς εν τη ενώσει
  883. Η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο
  884. Η αλήθεια λαβώνεται, μα δε σκοτώνεται
  885. Η αλήθεια είναι πικρή
  886. Η αλήθεια είναι κουτσή, αλλά φθάνει γρήγορα κι αυτή
  887. Η αλήθεια πλέει σαν το λάδι στο νερό
  888. Ο δρόμος της ζωής δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα
  889. Η γριά η κότα έχει το ζουμί
  890. Όποιος έχει αμπέλια, ας βάλει εργάτες
  891. Κλάψε συ τον άντρα μου, γιατί εγώ ζαλίζομαι
  892. Όποιος σκορπάει τον καιρό, δεν τον μαζεύει πλέον
  893. Όποιος αγοράζει περιττά, πουλεί τα αναγκαία
  894. Δεν ξέρει να χωρίσει την ήρα από το στάρι
  895. Μακριά κλωστή, μουρλή κυρά
  896. Φωνάζει ο κλέφτης για να φύγει ο νοικοκύρης
  897. Δάκρυα σπουν πέτρες
  898. Τα φαινόμενα απατούν
  899. Τα πυροβόλα όπλα, όσο πιο μακριά, καλύτερα
  900. Μ’ ένα λόγο καις το λόγγο
  901. Οι συγκρίσεις είναι μισητές
  902. Το καλό το πράγμα αργεί να γίνει
  903. Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους
  904. Ενός κακού μύρια έπονται
  905. Από ρόδο βγαίνει αγκάθι κι απ’ αγκάθι ρόδο
  906. Η κακή είδηση δεν αργαεί να έλθε
  907. Τα πρωινά του Απρίλη είναι πολύ γλυκά για να κοιμηθείς
  908. Τα λόγια τα παίρνει ο αγέρας, τα γραπτά μένουν
  909. Ο τοίχος έχει αυτιά κι ο κόσμος μάτια
  910. Όποιος βιάζεται, σκοντάφτει
  911. Κώλος που ‘μαθε να κλάνει, εύκολα δεν το ξεχάνει
  912. Όποιος ξέρει γράμματα, έχει τρία μάτια, κι όποιος δεν ξέρει, έχει ένα κι εκείνο στραβό
  913. Δανεικά και αγύριστα
  914. Ποιος μικρή πληγή δεν έδεσε, μεγάλη να μη δέσει
  915. Κλαίει το παιδί για το καλό του, αλλά ο γέρος για το κακό του
  916. Η φτήνια τρώει τον παρά
  917. Το καλό πράμα δεν θέλει κήρυκα
  918. Το γυαλί και η τύχη εύκολα τσακίζονται
  919. Το καλό, αν (είναι) σύντομο, (είναι) δυο φορές καλό
  920. Ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε και ό,τι αρπάξει ο κώλος μας
  921. Το φαγομένο αντί το δουλεμένο
  922. Οι καλοί τρόποι βγάζουν το φίδι απ’ την τρύπα
  923. Δανείζεις χρήματα, κάνεις εχθρούς, δίνεις, κάνεις αχάριστους
  924. Όποιος ηύρε πήρε, όποιος έχασε λυπήθηκε
  925. Ό,τι κληρονομείται είναι δώρο και ό,τι αγοράστηκε (είναι) από υδρώτα
  926. Το καλό το σύκο το τρώει η κουρούνα
  927. Τα δικά σου δικά μου και τα δικά μου δικά μου
  928. Κάθε κακό θυμίζεται, κάθε καλό ξεχνιέται
  929. Ανάρια ανάρια το φιλί, να ‘χει και νοστιμάδα
  930. Σαν το λες και δεν το κάνεις την υπόληψή σου χάνεις
  931. Αλλού άσπρες κι αλλού μαύρες
  932. Ό,τι αφθονεί δεν βλάπτει
  933. Η καλή μέρα απ’ το πρωί φαίνεται
  934. Σαν τέτοια παλιολάχανα, σαν τέτοια παραπούλια, είχα πολλά στον κήπο μου και τρώγαν τα γαδούρια
  935. Της νύχτας τα καμώματα τα βλέπει η μέρα και γελά
  936. Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια
  937. Ό,τι αποκτάς στο σπάργανο, στο σάβανο τ’ αφήνεις
  938. Άλλα είν’ τα γράμματα κι άλλη είν’ η γνώση
  939. Όποιος έχει πολλά αφεντικά, νηστικός απομένει
  940. Μπρός στα κάλλη, τι είν’ ο πόνος
  941. Όπου δε χωρεί η αντρειά, έρχεται η πονηριά
  942. Όμοιος τον όμοιο αγαπά κι ο ψεύτης τον ψεύτη θέλει
  943. Φύση την φύση κυνηγά κι η γάτα το ποντίκι
  944. Ό,τι αξίζει πολύ, κοστίζει και πολύ
  945. Με το νου που γεννήθηκες, μ’ εκείνο θ’ αποθάνεις
  946. Όσα φέρν’ η ώρα, δεν τα φέρν’ ο χρόνος
  947. Από πίτα που δεν τρως, τι σε μέλει κι αν καεί
  948. Ό,τι δε σκοπώνει, παχαίνει
  949. Όποιος σκάβει το λάκκο τ’ αλλουνού, πέφτει ο ίδιος μέσα
  950. ‘Όποιος σκάβει το λάκκο τ’ αλλουνού, πέφτει ο ίδιος μέσα
  951. Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός
  952. Αν και δε λείπουν οι χαρές, είναι πολλές οι λύπες
  953. Άλλοι σπέρνουν και θερίζουν, κι άλλοι τρων και μακαρίζουν
  954. Σαν τέτοια παλιολάχανα, σαν τέτοια παραπούλια, είχα πολλά στον κήπο μου και τρώγαν τα γαδούρια
  955. Ό,τι μικρομάθεις δε γερονταφήνεις
  956. Ό,τι μέλλει δεν ξεμέλλει κι ό,τι γράφει δεν ξεγράφει
  957. Ό,τι απορρίπτει κάποιος, άλλος το αξιοποιεί
  958. Λύκος λύκον δεν τρώγει
  959. Έβαλε το λύκο να φυλάει τα πρόβατα
  960. Τα φαινόμενα απατούν
  961. Οι φίλοι των φίλων μου είναι και φίλοι μου
  962. Αφού γεράσει το δεντρί, ξεράδια δεν του λείπουν
  963. Κοιτάζει το δέντρο και χάνει το δάσος
  964. Η ζήλια είναι κακή σύμβουλος
  965. Ανεμομαζώματα, ανεμοσκορπίσματα
  966. Στην αναβροχιά καλό ‘ν’ και το χαλάζι
  967. Τα άκρα συναντώνται
  968. Ο άντρας κουβαλεί, και η γυνάικα φυλάει
  969. Όποιος έχει μουσαφίρη, έχει αφέντι
  970. Κάλλιο σήμερον παρ’ αύριον
  971. Το εμπόριο είναι εμπόριο
  972. Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια
  973. Κάθε δίκιο δε βαρεί, κι αν βαρέσει δεν πονεί
  974. Οι καιροί αλλάζουν
  975. Όποιος είν’ (απ’) έξω απ’ το χορό, πολλά τραγούδια ξέρει
  976. Τα εν οίκω μη εν δήμω
  977. Κύκλον έχει το φεγγάρι; Για βροχή για ανεμοζάλη
  978. Το λέει, το λέει το χαρτί, το μολογάει το γράμμα,/ ποτέ δεν είναι η μητριά, σαν την καημένη μάνα
  979. Όποιος βλέπει τους χειρότερούς του, παρηγορείται
  980. Η αλήθεια είναι μαλώτρα
  981. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα
  982. Όποιος έχει γυναίκα όμορφη κι αμπέλι στη δεμοσιά, δεν έχει ποτέ ησυχία
  983. Δυο κεφάλια σε μια σκούφια δε χωράνε
  984. Όποιος δεν ξέρει να βοηθάει, μένει κατάμονος και δυστυχάει
  985. Ο καλός ψαράς στο σκοτάδι ψαρεύει
  986. Κρύα χέρια, ζεστή καρδιά
  987. Έχει ο Θεός
  988. Ομίχλη πρωινή σε χαμηλά στρώματα προμηνύει καλοκαιρία
  989. Σύζηγος ζηλιάρης δεν έχει ηρεμία
  990. Ο Μάης έχει τ’ όνομα κι ο Απρίλης τα λουλούδια
  991. Δώρα και θεούς έπεισαν
  992. Όποιος έχει μαχαίρι, τρώει πεπόνι
  993. Περισσότερο τρέχει ο κουτσός παρά ο υγιής
  994. Κάλλια φρόνιμον εχθρόν ένα, παρά τρελούς φίλους δέκα
  995. Η φτώχεια τέχνη βρίσκει
  996. Το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό
  997. Η θέληση και μόνη τα πάντα κατορθώνει
  998. Με τα δόντια του ο άνθρωπος σκάβει το λάκκο του
  999. Περισσότερες μύγες πιάνεις με το μέλι παρά με το ξίδι
  1000. Κάλλιο πουλί του κλαδιού παρά του κλουβιού
  1001. Ο διάβολος ξέρει πολλά, γιατί είναι γέρος
  1002. Όσα ξέρει ο νοικοκύρης, δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος
  1003. Κάλλια δέκα κάρβουνα, παρά χίλια πρόβατα
  1004. Η γυναίκα σέρνει καράβι
  1005. Όταν θέλει ο Θεός, βοηθούν κι οι άγιοι
  1006. Κάλλια το νερό του ουρανού παρά όλο το πότισμα
  1007. Απ’ το ολότελα, καλή κι η Παναγιώταινα
  1008. Κάλλιο ένα φίλο παρά χίλια γρόσια
  1009. Όταν μιλάνε οι τρελοί, ο σοφός σωπαίνει
  1010. Κάλλιο καλό γείτονα παρά στενό δικό
  1011. Καλύτερα να ζεις φτωχός, παρά να πλουτίζεις αμαρτάνοντας
  1012. Κάλλιο να σου βγει το μάτι, παρά το όνομα
  1013. Κάλλιο φτωχός κι ευχαριστημένος, παρά πλούσιος αρρωστιάρης
  1014. Κάλλιο να κάνεις καλή εντύπωση παρά να είσαι αστείος
  1015. Δανείζεις χρήματα, κάνεις εχθρούς, δίνεις, κάνεις αχάριστους
  1016. Κάλλιο μοναχός, παρά κακά συντροφιασμένος
  1017. Καλύτερα να ξοδεύεις σε ψωμί παρά σε φαρμακείο
  1018. Η φύση οδηγεί κι η πείρα διδάσκει
  1019. Περισσότερο αξίζει η σάλτσα παρά τα σαλιγκάρια
  1020. Κάθε πράγμα στον καιρό του, κι ο κολιός τον Αύγουστο
  1021. Κάλλια στον τόπο σου γυμνός, παρά στα ξένα στολισμένος
  1022. Μια καλή κεφαλή αξίζει πιο πολύ παρά εκατό χέρια
  1023. Κάλλια σφαγάρι, παρά ψοφίμι
  1024. Το αίμα νερό δε γίνεται, κι αν γίνεται δεν πίνεται
  1025. Κάλλια πέντε και στο χέρι, παρά δέκα και καρτέρι
  1026. Κάλλια ξερό ψωμί με ησυχία, παρά τραπέζι με μελαγχολία
  1027. Για πολλούς μαγείρευε και για λίγους στρώνε
  1028. Κάλλιο να ζητάς παρά να κλέβεις
  1029. Μεταξύ δύο κακών το μη χείρον βέστιστον
  1030. Καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα
  1031. Κάλλια γάιδαρος ζωντανός, παρά γιατρός πεθαμένος
  1032. Ουκ εν τω πολλώ το ευ
  1033. Κάλλια κόκκινο το μάγουλο, παρά μελανή καρδιά
  1034. Κάλλιο αρρώστια στο σώμα, παρ’ αμάθεια στη ψυχή
  1035. Κάλλιο γαϊδουρόδενε, παρά γαϊδουρογύρευε
  1036. Κάλλιο δειλός παρά μακαρίτης
  1037. Για πολλούς μαγείρευε και για λίγους στρώνε
  1038. Κάλλια ύπνο, παρά δείπνο
  1039. Κάλλιο γνώση, παρά γρόσι
  1040. Κάλλιο φτωχιά νοικοκυρά, παρά αρχόντου δούλα
  1041. Κάλλιο να σε ζηλεύουνε, παρά να σε λυπιούνται
  1042. Κάλλια να ‘μαι κεφαλή ποντικιού, παρά ουρά λιονταριού
  1043. Κάλλια να σε ζηλεύουν, παρά να σε λυπούνται
  1044. Κάλλια κόρη πεθαμένη, παρά κακοπαντρεμένη
  1045. Καλύτερα να ιδρώνεις παρά να κρυώνεις
  1046. Κάλλιο αργά, παρά ποτέ
  1047. Κάλλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρι
  1048. Μεταξύ δύο κακών το μη χείρον βέστιστον
  1049. Ο φίλος σε μιαν ώρα αξίζει μια χώρα
  1050. Κάλλιο ένας κακός συμβιβασμός, παρά μια καλή κρίσις
  1051. Κάλλιο το σημερινό ψωμί, παρά την αυριανή πίτα
  1052. Κάλλια κρέας σούζουμο, παρά ψάρι ψημένο
  1053. Περισσότερο βλέπουν τα τέσσερα παρά τα δυο μάτια
  1054. Οι γάμοι είναι στον ουρανό γραμμένοι
  1055. Μάης άβροχος, τρύγος άμετρος
  1056. Άλλων γιατρός, αυτός πληγές γεμάτος
  1057. Κάλλια είναι να σε ζηλεύουν, παρά να σ’ ελεημονιούνται
  1058. Περισσότερες μύγες πιάνεις με το μέλι παρά με το ξίδι
  1059. Κάλλιο σκληρό ψωμί παρά κανένα
  1060. Κάλλιο μπαλωμένο και πλυμένο, παρά καινούργιο και λερωμένο
  1061. Όταν πεινάει η αλεπού, καμώνεται ότι κοιμάται
  1062. Νους υγιής εν σώματι υγιεί
  1063. Βγάζω κι από τη μύγα ξίγγι
  1064. Και τα καλά δεχούμενα και τα κακά δεχούμενα
  1065. Ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε και ό,τι αρπάξει ο κώλος μας
  1066. Πρόφτασε τη δουλειά, να μη σε πάρει από μπροστά
  1067. Ο καθένας στο σπίτι του είναι βασιλιάς
  1068. Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία
  1069. Και το λίγο, καλό της κάνει της γριάς
  1070. Ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός
  1071. Το πολύ περίσσιο χαλά το ίσιο
  1072. Όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα και μικρό καλάθι
  1073. Η αλεπού ‘ναι πονηρή, αλλά πιο πονηρός εκείνος που την πιάνει
  1074. Όποιος ανακατώνεται σε πολλά, λίγα βγάζει πέρα
  1075. Οι πολλοί μαγείροι χαλούν το φαϊ
  1076. Τα μικρά ποταμάκια κάνουν τους μεγάλους ποταμούς
  1077. Πολλοί εισί κλητοί, ολίγοι δε εκλεκτοί
  1078. Ο λύκος κι αν γέρασε και άλλαξε το μαλλί του, μήτε τη γνώμη του άλλαξε, μήτε την κεφαλή του
  1079. Όποιος νικηθεί από τα πάθη του είναι χαμένος
  1080. Αλλοίμονο που δεν έχει νύχια να ξυστεί και καρτερεί απ’ άλλον
  1081. Η πεθερά, κι από ζάχαρη αν είναι, πάντα πικρή είναι
  1082. Ψόφησε το βόιδι μας, πάει η κολιγιά μας
  1083. Οι γυναίκες είν’ εφτάψυχα γατιά
  1084. Όπ’ έχει γυναίκα όμορφη κι αμπέλι στη δεμοσιά, δεν έχει ποτέ ησυχία
  1085. Η γυναίκα κάνει ή καταστρέφει μια οικογένεια
  1086. Πυρ, γυνή και θάλασσα
  1087. Το καλό το παλικάρι ξέρει κι άλλο μονοπάτι
  1088. Ουδέν καινόν υπό τον ήλιον
  1089. Έφαγε όλο το βόδι κι απόστασε στην ουρά
  1090. Κατά τα γόνατα που ‘χω για μετάνοιες είμαι;
  1091. Ο φόβος μεγαλώνει το κακό
  1092. Κανείς δεν είναι τέλειος
  1093. Ουδείς προφήτης στον τόπο του
  1094. Κλαίνε οι χήρες, κλαίνε κι οι παντρεμένες
  1095. Όταν δεν μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις, κάνε ό,τι μπορείς
  1096. Όσο ζω και δεν πεθαίνω, τόσο πιο πολλά μαθαίνω
  1097. Όποιος τρώει το δίκιο τ’ αλλουνού, τρώει το κεφάλι του
  1098. Ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν
  1099. Ο χαμάλης θυμάται το Θεό, μόνον όταν έχει φορτίο στον ώμο
  1100. Μηδένα προ του τέλους μακάριζε
  1101. Μη φυτρώνεις εκεί που δε σε σπέρνουν
  1102. Όταν τα σκυλιά τρώγονται, ο λύκος τρώει τα πρόβατα
  1103. Δανείστηκες, σκλαβώθηκες
  1104. Ούτε γάμος δίχως κλάματα ούτε κηδεία δίχως γέλια
  1105. Με το μεγαλύτερό σου φάγε, πιε, και σήκου νηστικός
  1106. Όποιος ντρέπεται, κακά ζει
  1107. Ο Μανώλης με τα λόγια χτίζει ανώγια και κατώγια
  1108. Φύλαγε τα ρούχα σου, για να ‘χεις τα μισά
  1109. Πέντε φύσα και μια ρούφα
  1110. Μη γίνεις δούλος σ’ όποιον ήταν δούλος, και μη πάρεις δούλο εκείνου που ήταν αφέντης
  1111. Χωρίς λάδι, χωρίς ξίδι, πώς θα κάνουμε ταξίδι
  1112. Τα νιάτα δεν ξανάρχονται, τα γέρα δεν πονιούνται
  1113. Σα λείψουν τα πιπέρια σου, θα ιδώ τη μαγειριά σου
  1114. Από φτωχό μη δανεισθείς, σε παίρνει στο κατόπι
  1115. Ποιο Σάββατο χωρίς ήλιο, ποια γυναίκα χωρίς φίλο
  1116. Ούτε πεθαίνει ο πατέρας ούτε δειπνίζουμε
  1117. Ούτε είναι όσοι βρίσκονται, ούτε βρίσκονται όσοι είναι
  1118. Το δίκαιο πράμα δε χάνεται
  1119. Το μυστικό είναι μυστικό, ώσπου το ξέρει ένας άνθρωπος
  1120. Εις τα νιότα που ‘ν’ τα φρόνα κι εις τα φρόνα που ‘ν’ τα νιότα;
  1121. Φίλος που σε γέλασε, αφού τον δοκιμάσεις, από μακριά χαιρέται τον και κακία μην του πιάνεις
  1122. Η καμήλα δε βλέπει την καμπούρα της
  1123. Κάθε θαύμα τρείς μέρες, το μεγάλο τέσσερις
  1124. Όποιος δεν είδε κόλαση, παράδεισο δε βλέπει
  1125. Η γυναίκα του Καίσαρα δεν αρκεί να είναι τίμια, πρέπει και να φαίνεται
  1126. Δυο κοκόρια σε μια αυλή δε μονοιάζουν
  1127. Μηδένα προ του τέλους μακάριζε
  1128. Αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι
  1129. Όποιος έφαγε πρωί και παντρεύθηκε μικρός, είναι πάντα κερδισμένος
  1130. Δείξε μου τον φίλο σου, να σου πω ποιος είσαι
  1131. Δεν δίνει όποιος θέλει αλλά όποιος έχει και θέλει
  1132. Όποιος θέλει τα πολλά, χάνει και τα λίγα
  1133. Κάλλιο σήμερα, παρά αύριο
  1134. Μη δίνετε τ’ άγια στους σκύλους
  1135. Από το ‘πε και το κάμε, μεγάλη διαφορά
  1136. Τα φαινόμενα απατούν
  1137. Η πάστρα είναι μισή αρχοντιά
  1138. Ευχαριστού με τα ολίγα, για να είσαι ευτυχής
  1139. Δεξιό χέρι ‘ν’ η εργασία και ζερβό η οικονομία
  1140. Αν δεν ξοδιάσεις, δε σοδιάζεις
  1141. Ό,τι λάμπει, δεν είναι χρυσός
  1142. Μαύρος είναι ο διάβολος, αλλά όχι καθώς λένε
  1143. Ο έρωτας είναι τυφλός
  1144. Για να κόβει δρόμο η βάρκα λίγο ή πολύ θα γέρνει
  1145. Το δώρο έχει αντίδωρο
  1146. Τα λάθη είναι ανθρώπινα
  1147. Το κρέας με τα κόκαλα πουλιέται
  1148. Τα άσπρα κατεβάζουν άστρα και γκρεμίζουν κάστρα
  1149. Ουρανός χωρίς σύννεφα δε γίνεται
  1150. Η χαρά κι η λύπη μαζί περπατούν
  1151. Το δώρο έχει αντίδωρο
  1152. Σ’ αυτό τον κόσμο λύπη, ποτέ δεν απολείπει
  1153. Αρχοντιά χωρίς το έχει τύφλα του όπου την έχει
  1154. Μικρό είναι και το πιπέρι, μόνο τσούζει στο στόμα
  1155. Δε γίνεται να ‘ναι χαρά, χωρίς και κάποιο πόνο
  1156. Το στάρι έχει κ’ ήρα
  1157. Η τέχνη συμπληρώνει την φύση
  1158. Δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά
  1159. Τα πρώτα εκατό χρόνια είναι τα δύσκολα
  1160. Ουδέν κακόν αμιγές καλού
  1161. Σκόρδα ‘χω την αγάπη σου, κρομμύδια τη φιλιά σου, και σαν τα παλιοπάπουτσα έχω την αφεντιά σου
  1162. Όποιος δεν θέλει να ζυμώσει, δέκα μέρες κοσκινίζει
  1163. Μικρή μαγεριά κάνει μεγάλα σπίτια
  1164. Δεξιό χέρι είναι η εργασία και ζερβό η οικονομία
  1165. Πολλών η πείνα γίνεται δάσκαλος
  1166. Δε γίνεται να ‘ναι χαρά, χωρίς και κάποιο πόνο
  1167. Όποιος θέλει το γάιδαρο, θα έχει και τα γκαρίσματά του
  1168. Η φύση οδηγεί και η πείρα διδάσκει
  1169. Δεν υπάρχει άσκημη νύφη
  1170. Μετά τη μπόρα έρχεται η γαλήνη
  1171. Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι
  1172. Μ’ ένα λόγο καις το λόγγο
  1173. Τ’ αγαθά κόποις κτώνται
  1174. Ο πρώτος εχθρός σου, είναι ο εαυτός σου
  1175. Δεν υπάρχει χειρότερος τυφλός από αυτόν που δεν θέλει να δει και χειρότερος κουφός από αυτόν που δεν θέλει να ακούσει
  1176. Ο χειρότερος κουφός είν’ αυτός, που δε θέλει ν’ ακούσει
  1177. Χωρίς ψωμί και κρασί, παγώνει η αγάπη
  1178. Ο δρόμος θέλει περπάτημα και το χρέος πλήρωμα
  1179. Και το γαϊδουράγκαθο, όταν είναι πράσινο, είναι ωραίο
  1180. Παροιμία τ’ όνομά του έγινε στο μαχαλά του
  1181. Δεν υπάρχει βουνό χωρίς κοιλάδα
  1182. Μην κουνάς τα πόδια σου πριν καβαλικέψεις
  1183. Ν’ απλώνεις τα πόδια όσο φτάνει το πάπλωμα
  1184. Τα φαινόμενα απατούν
  1185. Μην κλαις τους νεκρούς, αλλά κλαίγε τους τρελούς
  1186. Στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σχοινί
  1187. Άλλα τα μάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας
  1188. Άναψε το φούρνο, νύφη, να ψηστεί τ’ αρνί που θα φέρω
  1189. Η εξαίρεση επιβεβαιώνει τον κανόνα
  1190. Η χαρά κι η λύπη μαζί περπατούν
  1191. Γεια μου, πλούτη μου
  1192. Μήτε χαρά δίχως κλάμα, μήτε θαφτικό αγέλαστο
  1193. Φεύγει όποιος φοβάται και φοβάται όποιος απατά
  1194. Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη
  1195. Μη ρίχνεις πέτρα στο πηγάδι που σε δρόσισε
  1196. Χέρι που δεν μπορείς να δαγκώσεις, φίλησέ το
  1197. Όσο ξυπνάς νωρίς, δε φέγγει μπροστήτερα
  1198. Θυμήσου τα δικά σου και συχώρα τα παιδιά σου
  1199. Τ’ αγαθά κόποις κτώνται
  1200. Μιας στιγμής υπομονή, δέκα χρονών ραχάτι
  1201. Τα μεταξωτά βρακιά θέλουν επιδέξιους κώλους
  1202. Αν δεν βρέξε κώλο, ψάρι δεν τρως
  1203. Ή παπάς παπάς ή ζευγάς ζευγάς
  1204. Όποιος ανακατώνεται σε πολλά, λίγα βγάζει πέρα
  1205. Δεν γίνεται ομελέτα, αν δεν σπάσεις αβγά
  1206. Δε γίνεται να ικανοποιείς και να ευαρεστείς τους πάντες
  1207. Όποιος έχει βούτυρο στο κεφάλι, να μη περπατεί στον ήλιο
  1208. Ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος
  1209. Όλα τα δάχτυλα δεν είναι ίδια
  1210. Όταν καίγεται το σπίτι του γείτονα, περίμενε και το δικό σου
  1211. Όταν μιλάνε οι τρελοί, ο σοφός σωπαίνει
  1212. Η αλήθεια είναι μαλώτρια
  1213. Ό,τι γυαλίζει, δεν είναι διαμάντι
  1214. Πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένος
  1215. Όποιος βόσκεται μ’ ελπίδες αποθάνει και της πείνας
  1216. Κατά τον καιρό και το χορό
  1217. Εις τον λαβόντα απόφαση, μάταιες οι συμβουλές
  1218. Ποτέ μη λες ποτέ
  1219. Κάλλιο αργά, παρά ποτέ
  1220. Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι
  1221. Ο γεωργός θέλει βροχή κι ο κεραμάς την ξέρη
  1222. Ποτέ τα δεύτερη μέρη δεν ήταν καλά
  1223. Ό,τι ξεκίνησες, πες το μισοτελειωμένο
  1224. Όταν ο εργάτης πληρώνεται στον τόπο, αναπαύεται απ’ τον κόπο
  1225. Με λόγια σάκος δε γεμίζει
  1226. Φασούλι το φασούλι, γεμίζει το σακούλι
  1227. Ο τεχνίτης δεν πεινάει, κι αν πεινάσει δεν πεθαίνει
  1228. Βλέπε, άκου, σιώπα
  1229. Οφθαλμόν αντί οφθαλμού, οδόντα αντί οδόντος
  1230. Μάτια που δε βλέπονται γρήγορα λησμονούνται
  1231. Η αρχοντιά φαίνεται από μακριά
  1232. Δεν είναι Γιάννης, είναι Γιαννάκης
  1233. Αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι
  1234. Άνθρωπος χωρίς ντροπή, σαν φαΐ δίχως αλάτι
  1235. Προσευχή σκύλου δεν πάει στον ουρανό
  1236. Εκτιμάται το νερό, όταν στερεύψει το πηγάδι
  1237. Πρόβατο που βελάζει χάνει τη χαψιά του
  1238. Τυφλός τυφλόν οδήγαγε κι οι δυο στο λάκκο πέσαν
  1239. Όποιος έχει υπομονή, βλέπει όσα επιθυμεί
  1240. Παπά παιδί, διαβόλου εγγόνι
  1241. Καθένας απ’ τον τόπο του κρατάει ένα κομμάτι
  1242. Λόγο και πέτρα έριξες, δε θα τα ξαναπιάσεις
  1243. Απ’ αυτά που λες, κυρά μου, χορτασμέν’ είν’ η κοιλιά μου
  1244. Τα λόγια, τα παίρνει ο άνεμος
  1245. Δανείστηκες, σκλαβώθηκες
  1246. Στο ζουμί, ζουμί δε μπαίνει
  1247. Η φτήνια τρώει τον παρά
  1248. Ο έρωτας χρόνια δεν κοιτά
  1249. Ο κακός ο μάστορας με τα σύνεργά του τα βάζει
  1250. Γεράματα και φτώχεια, πληγές αγιάτρευτες
  1251. Όπου φτωχός και η μοίρα του
  1252. Για δείγμα, ένα κουμπί
  1253. Μπρος στα κάλλη τι είν’ ο πόνος
  1254. Νηστικό αρκούδι δε χορεύει
  1255. Όλα γίνονται, μονάχα του σπανού τα γένια δε γίνονται
  1256. Με το συγγενή σου φάε, πιέ, και νιτερέσο μην κάνεις
  1257. Μακριά γέννα και κακιά γέννα, κορίτσι τελικά
  1258. Αγάλια αγάλια πας μακριά
  1259. Αμαρτία εξομολογημένη, μισή συγχωρεμένη
  1260. Γυναικούλες μαλώνουν, αλήθειες λένε
  1261. Περασμένος ο κίνδυνος, ο δειλός είναι γενναίος
  1262. Χειρότερη είναι η υποτροπή (παρά η αρρώστια)
  1263. Σκυλί που γαβγίζει, δεν δαγκώνει
  1264. Ο ζηλιάρης δεν μπορεί να είναι ευτυχής
  1265. Απ’ το ολότελα, καλή κι η Παναγιώταινα
  1266. Η πέτρα που κυλάει, μούχλα δεν πιάνει
  1267. Μην κρίνεις εξ ιδίων τα αλλότρια
  1268. Όποιος στοχάζεται το κακόν, μαντεύει
  1269. Η χαρά και η λύπη μαζί περπατούν
  1270. Δικαστικές διαφορές να έχεις και να τις κερδίζεις
  1271. Φτωχός και τιμημένος
  1272. Μάραθο το μάραθο, γεμίζ’ η γριά τον κάλαθο
  1273. Όποιος βαριέται, στερείται, κι όποιος δουλεύει, καλοπερνάει
  1274. Πέντε Ρωμιοί, δέκα γνώμες
  1275. Τα άσπρα κατεβάζουν τα άστρα
  1276. Πάρε τη γνώμη καθενός, μα εσύ να κρίνεις μόνος
  1277. Τ’ αγαθά κόποις κτώνται
  1278. Δώσ’ εδώ, και δώσ’ εκεί, πώς θα κάνουμε βρακί
  1279. Νηστικό αρκούδι δεν χορεύει
  1280. Το πουλί απ’ το κελάδημά του, κι ο άνθρωπος απ’ τη λαλιά του φαίνεται
  1281. Πολλά αρνιά, πολλά πρόβατα
  1282. Όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει και φωτιά
  1283. Κάνω γάμο, φαν παιδιά μου, φάγω γω κι η φαμελιά μου
  1284. Περί ορέξεως, κολοκυθόπιτα
  1285. Όποιος λέει λίγα, κερδίζει πολλά
  1286. Την πέρδικα απ’ τη λαλιά της, βρίσκουν τη φωλιά της
  1287. Όποιος ζητεί και δίνουν του, άλλη δουλειά δεν έχει
  1288. Από τον καρπό το δέντρο γνωρίζεται
  1289. Οι καλοί παρακλητόροι ξέρουν που πιάνουν το χέρι
  1290. Άγιος Ανδρέας έφτασε, το κρύο αντρειεύει
  1291. Κάλλια ξεριζωμένος παρά ξεσπιτωμένος
  1292. Τι βρέχει ο Θεός και δεν το πίνει η γη;
  1293. Ο Φλεβάρης κι αν χιονίζει, του καλοκαιριού μυρίζει
  1294. Από του Αγίου Σπυρίδωνα, η μέρα μεγαλώνει (κατά) ένα σπυρί
  1295. Κάνε το καλό να σου κολλήσει το κρίμα
  1296. Το μερμήγκι όταν είναι να χαθεί, βγάζει φτερά
  1297. Απ’ τον καρπό το δέντρο γνωρίζεται
  1298. Για το καρφί χάνει το πέταλο
  1299. Για ένα ρεβίθι δεν χαλάει η κατσαρόλα
  1300. Από το ‘να αυτί του μπαίνει κι από τ’ άλλο βγαίνει
  1301. Καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα
  1302. Για μισό πούντο έχασε ο μισε-Τζανής το γάιδαρό του
  1303. Το ζόρι βγάνει λάδι
  1304. Ρωτώντας πας στην Πόλη
  1305. Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός
  1306. Μην τάξεις στον άγιο κερί και στο παιδί κουλούρι
  1307. Κάθου, κυρά, κι ανάμενε να κάνω γιο να παντρευτείς
  1308. Το καλό πράγμα αργεί να γίνει
  1309. Δανείστηκες, σκλαβώβηκες
  1310. Η πολλή άδεια κάνει τον νοικοκύρη κλέφτη
  1311. Αν το άλογο οργήσει, σέλλωσε το βόδι
  1312. Όποιος δεν έχει κότα, τρώει κουλούρα
  1313. Να μη γνωρίζει το αριστερό χέρι τι κάνει το δεξί
  1314. Όποιος δεν θέλει, δεν μπορεί
  1315. Το δέντρο όσο αξαίνει, ο ίσκιος του πλαταίνει
  1316. Μάχαιρα έδωσες, μάχαιρα θα λάβεις
  1317. Όποιον δεν αγαπούν και τα χνώτα του βρωμούν
  1318. Ό,τι είναι στραβό σήμερα θα είναι ίσιο αύριο
  1319. Όποιος υπερηφανεύεται, γρήγορα ταπεινώνεται
  1320. Οπώχει κανείς το θάρρος του, βρίσκει το χάρο του
  1321. Κάνε το σταυρό σου, για να ‘χεις όπλο στο πλευρό σου
  1322. Το γοργόν και χάριν έχει
  1323. Και τούτος ο ανήφορος, κατήφορο θα φέρει
  1324. Ό,τι έχει στην καρδιά του νηστικός, το λέει μεθυσμένος
  1325. Ανάθεμά σε, ντοβλετί, ανάθεμά σε, Πόλη,/ που σου ‘στειλα τον άνθρωπο και μου ‘στειλες το βόδι
  1326. Καινούργια αγάπη έπιασες, παλιά μη λησμονήσεις,/ γιατί θε να ‘ρθει ένας καιρός, που θα μετανοήσεις
  1327. Όποιος καλά δένει, καλά λύνει
  1328. Τα ξένα παίνευέ τα και μη τα περπατείς
  1329. Όποιος καλά αγαπά τον Μπελτράν, καλά αγαπά τον σκύλο του
  1330. Αγάπα τον φίλο σου με τα ελαττώματά του
  1331. Ό,τι σπείρεις θα θερίσεις
  1332. Όποιος αγαπάει, παιδεύει
  1333. Όποιος ψάχνει, βρίσκει
  1334. Όποιος σιωπά, συγκατανεύει
  1335. Όποιος βιάζεται, σκοντάφτει
  1336. Όποιος λέει τον πόνο του, βρίσκει τη γιατρειά του
  1337. Όποιος αγαπά το μέλι, δε φοβάται τα μελίσσια
  1338. Στου βασιλιά τη βρύση ούτε νερό να πιείς
  1339. Όποιος έχει τα γένια, έχει και τα χτένια
  1340. Το μικρό μαγερειό μεγαλώνει το σπίτι
  1341. Όποιος παίζει με τη φωτιά, καίγεται
  1342. Ξένα ρούχα ντύνεσαι, γρήγορα τα γδύνεσαι
  1343. Αν πας με τον κουτσό, θα μάθεις να κουτσαίνεις
  1344. Όποιος κοιμάται με μωρά, ξυπνάει μουσκεμένος
  1345. Αν πας με τον κουτσό, θα μάθεις να κουτσαίνεις
  1346. Όποιος δίνει ζώντας του το πράγμα, θέλει μια με την κοπάνα
  1347. Όποιος θρέφει ξένο σκύλο, η χαρά μόνο του μένει
  1348. Το γοργόν και χάριν έχει
  1349. Νέος τεμπέλης, γέρος ζητιάνος
  1350. Γέρος και ξένος πολλά καυχάται
  1351. Όποιος τους γονείς του δε γροικά, κακός κακού θα πάει
  1352. Δανείσου, καλοπλήρωνε, να σε ξαναδανείσουν
  1353. Όποιος παύει να είναι φίλος, δεν υπήρξε ποτέ τέτοιος
  1354. Κάλλιο αργά και καλά παρά γρήγορα και τυφλά
  1355. ‘Οποιος κόβει τα χαρτιά δεν τα ανακατεύει
  1356. Όποιος βρίζει, βρίζεται
  1357. Δυο λαγούς σαν κυνηγάς, κ’ οι δυο θε να σου φύγουν
  1358. Ο ύπνος θρέφει το μικρό κι η γεια το μεγαλώνει
  1359. Ποιος έχει στα χέρια μέλι και δε γλύφει τα δάχτιλά του;
  1360. Ο ψεύτης δεν πιστεύεται κι όταν λέγει αλήθεια
  1361. Όποιος πιστεύει εχθρό για κέρδος, και γυναίκα άπονη, είναι χαμένος
  1362. Ο πρώτος εχθρός σου είναι ο εαυτός σου
  1363. Όποιος φεύγει εγκαίρως, εγκαίρως προστρέχει
  1364. Όποιος γεννήθηκε ζουρλός, ποτέ δεν φρονιμεύει
  1365. Όποιος αφουγκράζεται, τα δικά του ακούει
  1366. Όποιος δεν ξέρει να υπομένει, χάνει ό,τι περιμένει
  1367. Όποιος έχει υπομονή, βλέπει όσα επιθυμεί
  1368. Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω
  1369. Ο έρωτας είναι τυφλός
  1370. Όποιος υπόσχεται βιαζούμενος, μετανιώνει ανασούμενος
  1371. Αν κάθεσαι στη θέση σου, κανείς δεν σε σηκώνει
  1372. Η παλιά αλεπού στην παγίδα δεν πιάνεται
  1373. Φύλαγε κάτι για τον κακό καιρό
  1374. Όποιος έμαθε, δύσκολα απέμαθε
  1375. Όποιος βαριέται, στερείται, κι όποιος δουλεύει, καλοπερνάει
  1376. Όπ’ έκαμε ό,τι μπόρεσε, επλήρωσε το νόμο
  1377. Όποιος κάνει ένα καλάθι κι εκατό μπορεί να κάνει
  1378. Ο πεινασμένος, καρβέλια ονειρεύεται
  1379. Κάθε νόμος έχει το παραθυράκι του
  1380. Μια φορά ήμουν άγγελος, τώρα αγγελίζουν άλλοι
  1381. Όποιος σκάβει το λάκκο του αλλουνού, πέφτει ο ίδιος μέσα
  1382. Παπούτσι απ’ τον τόπο σου, κι’ ας είν’ και μπαλωμένο
  1383. Μικρή αναμελιά, μεγάλη ζημιά
  1384. Όποιος βαστά τη γλώσσα του, σώζει την κεφαλή του
  1385. Τα κακά κερδεμένα είναι χαμένα
  1386. Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα, τον τρώνε οι κότες
  1387. Όπως στρώσεις, θα κοιμηθείς
  1388. Όποιος έμαθε, δύσκολα απέμαθε
  1389. Όποιος κακά φουρνίζει, βγάζει στραβά καρβέλια
  1390. Έχασε τ’ αυγά και τα καλάθια
  1391. Όποιος περισσότερα έχει, περισσότερα θέλει
  1392. Έκανε κι η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο
  1393. Όποιος ανακατώνεται σε πολλά, λίγα βγάζει πέρα
  1394. Όποιος κοιμάται, ψάρια δεν πιάνει
  1395. Όποιος πολλά ομιλεί, πολλά σφάλλει
  1396. Όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα και μικρό καλάθι
  1397. Εις του ταπεινού τον κόρφο δαίμονες ξεχειμωνιάζουν
  1398. Κάθε πράμα έχει την ανάποδή του
  1399. Όποιος γεννιέται μελανός πεθαίνει μαύρος
  1400. Όποιος δεν φυλάει τα μικρά, χάνει και τα μεγάλα
  1401. Όποιος περπατεί, προχωρεί
  1402. Όποιος βαριέται, στερείται, κι όποιος δουλεύει, καλοπερνάει
  1403. Μήτε δέντρο χωρίς ξεράδι, μήτε άνθρωπος χωρίς ψεγάδι
  1404. Αν δεν είναι νωπό, ας είναι και παστωμένο
  1405. Όποιος δεν έχει δει τη Σεβίλλη, δεν έχει δει θαύμα
  1406. Όποιος δεν ακούει γέροντας, πάει δέρνοντας
  1407. Όποιος δεν είναι παρών πεθαίνει
  1408. Το γοργόν και χάριν έχει
  1409. Όποιος δεν μπορεί να δείρει το γάιδαρο, δέρνει το σαμάρι
  1410. Χέρι που δε μπορείς να δαγκώσεις, φίλα το
  1411. Ομιλεί κακά, όποιος δεν ξέρει να σωπαίνει
  1412. Αν δεν παινέσεις το σπίτι σου, πέφτει και σε πλακώνει
  1413. Πολλά επιχειρίζεσαι, πολλούς κινδύνους τρέχεις
  1414. Τ’ αγαθά κόποις κτώνται
  1415. Όποιος σπέρνει φειδωλά, θα θερίζει λιγοστά
  1416. Αλλού να τα πουλάς αυτά
  1417. Όποιος δεν έχει μυαλό, έχει πόδια
  1418. Όποιος δεν έχει σπίτι, είναι γείτονας όλου του κόσμου
  1419. Αν δεν έχεις φίλο, είσαι μ’ ένα χέρι
  1420. Αν δεν έχεις φίλο, είσαι μ’ ένα χέρι
  1421. Όποιος δεν έχει τίποτε, δε χρωστά τίποτε
  1422. Δέσε κόμπο στην κλωνιά σου, να μην χάνεις τη βελονιά σου
  1423. Ευτυχής είναι όποιος δεν χρωστά
  1424. Έχεις γρόσια, έχεις γλώσσα
  1425. Ενόσω έχεις το πουγκί σου, όλοι οι φίλοι είναι δικοί σου
  1426. Όποιος κηρύττει στην έρημο χάνει το κήρυγμα
  1427. Θέλεις να χάσεις ένα φίλο; Δάνεισέ του χρήματα
  1428. Όπου πρωτοπάει στο μύλο, αλέθει
  1429. Όποιος μπορεί τα περισσότερα, μπορεί τα λιγότερα
  1430. Αρπάζω την ευκαιρία απ’ τα μαλλιά
  1431. Βρέξε κώλο, να φας ψάρι
  1432. Πολλά κατέχεις, μα λίγα σ’ ωφελούνε
  1433. Πότε να πάθω χίλιες ζημιές, να μάθω χίλιες γνώσεις
  1434. Η ευκαιρία κάνει τον κλέφτη
  1435. Γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος
  1436. Όποιος κλέβει σ’ έναν κλέφτη έχει εκατό χρόνια άφεση
  1437. Όποιος γεννήθηκε ζουρλός, ποτέ δεν φρονιμεύει
  1438. Όποιος απολογείται κατηγορείται
  1439. Όποιος έχει τη μύγα, μυγιάζεται
  1440. Ο απρόσεκτος μοιάζει με κουτόν και απόστραβο
  1441. Όποιος σπέρνει ανέμους, θερίζει θύελλες
  1442. Οκτώβρη αν δεν έσπειρες, οκτώ σωρούς δεν έκαμες
  1443. Μικρή αναμελιά, μεγάλη ζημιά
  1444. Όποιος κοιμάται το πρωί, πεινάει το μεσημέρι
  1445. Όποιος σου δίνει ένα κόκαλο δεν θέλει να σε δει πεθαμένο
  1446. Μικρό δόλωμα πιάνει μεγάλο ψάρι
  1447. Ο φόβος μεγαλώνει το κακό
  1448. Αλί στον που βρει τον καιρό και δεν τον αρμενίσει
  1449. Όποιος έχει μαχαίρι, τρώει πεπόνι
  1450. Η τέχνη κέρδος και τιμές κάνει
  1451. Όποιος πολλά ομιλεί, πολλά σφάλλει
  1452. Γείτονα καλό έχεις; Θεό έχεις
  1453. Η αρρώστια με το σακί μπαίνει και με τη βελόνα βγαίνει
  1454. Ο κάλπικος παράς στο νοικοκύρη μένει
  1455. Όποιος έχει ορνίθια, με την αλουπού μαλώνει
  1456. Όποιος έχει φίλο ακριβό, έχει μεγάλο θησαυρό
  1457. Εχθρό και φθονερό το μάτι των γειτόνων
  1458. Όποιος ντρέπεται, πολλά καλά στερεύεται
  1459. Κακαρίζοντας η κότα μαρτυρεί το μυστικό της/ και της παίρνουμε τ’ αυγό της
  1460. Όποιος πάει για πολλά, χάνει και τα λίγα
  1461. Το δώρο έχει αντιδώρω
  1462. Η πραμάτεια θέλει μάτια
  1463. Όποιος έμαθε, δύσκολα απέμαθε
  1464. Όπου ψηλά κοιτά, γρήγορα χαμηλώνει
  1465. Ποντικός που δεν γνωρίζει πάνω από μια τρύπα, γρήγορα τον πιάνουν
  1466. Ο έξυμνος άνθρωπος αλλάζει γνώμη, ο ανόητος ποτέ
  1467. Παλιά παροιμία ποτέ ψεύδεται
  1468. Ευχαριστού με τα ολίγα, για να είσαι ευτυχής
  1469. Γυναικούλες μαλώνουν, αλήθειες λένε
  1470. Κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά
  1471. Βασιλική διαταγή και τα σκυλιά δεμένα
  1472. Άκουγε πολλά και λέγε λίγα
  1473. Όσοι οι άνθρωποι, τόσες (και) οι γνώμες
  1474. Όποιος βλέπει τους χειρότερούς του, παρηγορείται
  1475. Από το κακό στο χειρότερο
  1476. Η γλώσσα κόκαλο δεν έχει και κόκαλο τσακίζει
  1477. Μην τάξεις του αγίου κερί και του παιδιού κουλούρα
  1478. Μπρός στα κάλλη, τι είναι ο πόνος
  1479. Ποιος ολίγο, ποιος πολύ, όλοι ειν’ αμαρτωλοί
  1480. Απ’ τη δουλειά γνωρίζεται ο τεχνίτης
  1481. Αν δεν έχεις και κρασί, δεν έχει γούστο το φαΐ
  1482. Το μυστικό είναι μυστικό, ώσπου το ξέρει ένας άνθρωπος
  1483. Από την αρχή του Θεριστή, του δρεπανιού μας η γιορτή
  1484. Ο Σεπτέμβρης, για γέφυρα παρασέρει, για πηγές πά’ και στερεύει
  1485. Τον κακό χρόνο τον περνάς, τον κακό γείτονα όχι
  1486. Αν πίνεις μόνο νερό, η ζωή σου θα είναι μακρύτερη
  1487. Αν με αγαπάς καλά, να με συμπεριφερθείς όπως συνηθίσεις
  1488. Όποιος χαδεύει γάδαρο, καβαλίνες θα μαζεύει
  1489. Αντί να βουγκίζ’ του βίοδ’ βουγκάει τ’ αμάξι
  1490. Όλα τα δάχτυλα δεν είναι ίδια
  1491. Μάτια σου, πραμάτεια σου, ας άνοιγες τα μάτια σου
  1492. Όπ’ έκαμε ό,τι μπόρεσε, επλήρωσε το νόμο
  1493. Οκτώβρης βροχερός, Οκτώβρης καρπερός
  1494. Όπως έστρωσες, θα κοιμηθείς
  1495. Αν κάνεις φτηνά, θα πουλάς πάνω από τέσσερα
  1496. Αν η ζήλια ήταν ψώρα, θα κολλούσε όλ’ η χώρα
  1497. Όταν ο Μωάμεθ δεν πάει στο βουνό, πάει το βουνό στον Μωάμεθ
  1498. Αν το χάπι είχε ζάχαρη, δε θα ήταν χρυσωμένο
  1499. Ο αγέρας κόβεται με τη βροχή
  1500. Χέρι που δεν μπορείς να δαγκώσεις, φίλησέ το
  1501. Αν δεν θέλεις ένα φλιτζάνι, φλιτζάνι και μισό
  1502. Κάλλιο να σε ζηλεύουνε, παρά να σε λυπούνται
  1503. Να μην σ’ ήξερα θάλασσα, ερχόμουν κολυμπώντας
  1504. Αν θέλεις καλά γογγύλια, τον Ιούλιο πρέπει να τα καλλιεργήσεις
  1505. Όποιος έχει τα κακαρίσματα, έχει και τ’ αυγά
  1506. Η γυναίκα που αγαπάει τον άντρα της λατρεύει και την πεθερά της
  1507. Νηστική αρκούδα δεν χορεύει
  1508. Μόνο το δικό σου νύχι θα σε ξύσει καλά
  1509. Θέλε να ‘χει ο γείτονάς σου μα και συ να μην εισ’ άδειος
  1510. Βλέπε, άκου, σώπα
  1511. Το χειμώνα νερό μαζί σου και το καλοκαίρι κάπα
  1512. Η γυναίκα κάνει ή καταστρέφει μια οικογένεια
  1513. Μετά τη μπόρα, έρχεται η γαλήνη
  1514. Το σχοινί εκεί που είναι λιανό κόβεται
  1515. Η κότα κακαρίζοντας προδίδει την φωλιά της
  1516. Αν κάθεσαι στη θέση σου, κανείς δεν σε σηκώνει
  1517. Όποιος εργάζεται θαρρετά, κερδίζει πάντα
  1518. Αν δε βρεις προζύμι, ψωμί δε ζυμώνεις
  1519. Χωρίς ψωμί και κρασί, παγώνει η αγάπη
  1520. Περί ορέξεως, κολοκυθόπιτα
  1521. Χωρίς φώλι η όρνιθα δε γεννά
  1522. Άσπρος ήλιος, μαύρη μέρα
  1523. Ο ήλιος το Μάρτη τρυπά του βοδιού το κέρατο
  1524. Όποιος τρέχει στην αρχή, γρήγορα θ’ αποστάσει
  1525. Μια ζωή την έχουμε
  1526. Τα ‘χει η γριά στο λογισμό της, τα θωρεί και στ’ όνειρό της
  1527. Δε γίνεται ο κάμπος ράχη και το νερό σωρό
  1528. Η νύφη και η πεθερά, τα μεγαλύτερα θεριά
  1529. Ο καιρός είναι γιατρός
  1530. Ο πόνος πάντα βρίσκεται το ντέρτι πώς θα γιάνω
  1531. Κάθε πράμα το νοικοκύρη του μοιάζει
  1532. Αν δεν ταιριάζανε, δε συμπεθεριάζανε
  1533. Γράφει η μοίρα καθενού μας πόσο κάει το καντήλι
  1534. Η περιέργεια σκότωσε τη γάτα
  1535. Τόσο αμαρτάνει όποιος κλέβει όσο όποιος παραμένει στην πόρτα
  1536. Τόσο αγαπούσε ο διάβολος το παιδί του που του έβγαλε ένα μάτι
  1537. Κατά τον αγά και το πεσκέσι του
  1538. Πολλές φορές πάει η στάμνα για νερό, μια όμως δεν γυρίζει
  1539. Άναψε τ’ αγίου δυο κεριά και του δαιμόνου πέντε
  1540. Ο άνθρωπος από πίσω, και το βασιλιά βρίζει
  1541. Όποιος έχει υπομονή, βλέπει όσα επιθυμεί
  1542. Όλα έρχονται και παρέρχονται
  1543. Καινούργιο κοσκινάκι μου, και πού να σε κρεμάσω
  1544. Η αγάπη και τα βουνά κινάει
  1545. Με στραβό αν κοιμηθείς, το πρωί θ’ αλληθωρίζεις
  1546. Η χαρά κι η λύπη μαζί περπατούν
  1547. Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη Ρώμη
  1548. Τι κυράτσα παπαδιά, τι κυράτσα ράφταινα
  1549. Κερατάς και ζημιωμένος
  1550. Μετά τη μπόρα έρχεται η γαλήνη
  1551. Σαν θέλει η νύφη και ο γαμπρός, τύφλα να ΄χει ο πεθερός
  1552. Ο άνθρωπος δεν έχει μεγαλύτερον εχθρόν απ’ την κοιλιά του
  1553. Αδειανή κοιλιά δεν ξέρει να χορεύει
  1554. Κακορίζικα εκείνα τα σπίτια, όπου οι κότες λαλούν κι ο πετεινός σωπαίνει
  1555. Μη ‘μπιστευθείς το φίλο σου και πεις το μυστικό σου, φίλος του φίλου θα το πει κι είναι κακό δικό σου
  1556. Για να ‘χεις το σκύλο φίλο, μην αφήσεις το ραβδί απ’ το χέρι
  1557. Όνος όνον τρίβει
  1558. Ένας διάβολος διώχνει τον άλλο
  1559. Φασούλι το φασούλι, γεμίζει το σακούλι
  1560. Πολλοί δόκτορες, ολίγοι γιατροί
  1561. Τον έμαθα να κολυμπά, γυρεύει να με πνίξει
  1562. Κάλλιο ένας κακός συμβιβασμός παρά μια καλή κρίση
  1563. Τα λάθη είναι ανθρώπινα
  1564. Γυρεύω/ Ψάχνω ψύλλους στ’ άχυρα
  1565. Απ’ έξω κούκλα και μέσα πανούκλα
  1566. Από το ‘πε και το κάμε, μεγάλη διαφορά
  1567. Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη
  1568. Μια εικόνα, χίλιες λέξεις
  1569. Το ένα χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυο το πρόσωπο
  1570. Ένα μήλο την ημέρα, τον γιατρό τον κάνει πέρα
  1571. Το σάπιο μήλο σαπίζει και τα γερά
  1572. Ένας άσπρος τοίχος χρησιμεύει ως γράμμα στον τρελό
  1573. Αν με γελάσει ένας μια φορά, ντροπή δική του,/ αν με γελάσει δυο φορές, ντροπή δική μου
  1574. Όποιος παντρεύεται, στο τέλος ξολοθρεύεται
  1575. Άλλος χάσκει, κι άλλος χάφτει
  1576. Άλλος έσπειρε κι άλλος θερίζει
  1577. Μ’ ένα βόδι δε γίνεται καλό τ’ αυλάκι
  1578. Άλλος έψαινε το αυγό, άλλος το παράστεκε, κι άλλος ήρθε το ‘φαφε
  1579. Άλλος έσπειρε κι άλλος θερίζει
  1580. Η μοίρα άλλους ψηλά πετά, κι άλλους στα βάθη γέρνει
  1581. Εγώ το λέω του σκύλου μου κι ο σκύλος στην ουρά του
  1582. Άλλος ανάβει τη φωτιά κι άλλος την ανεμίζει
  1583. Βοήθα με, φτωχέ, μη γίνω σαν και εσένα
  1584. Άλλος κάμνει το φόρεμα, κι άλλος το φορεί
  1585. Η πείρα είναι άριστος δάσκαλος
  1586. Τα σταφύλια τα ψηλά είναι και τα πιο γλυκά
  1587. Αγάπη δεν εστάθηκε ποτέ χωρίς καημούς,/ με βάσανα, με πόνους και αναστεναγμούς
  1588. Τα λεφτά πάνε στα λεφτά
  1589. Του καθενός τα ελαττώματα είναι σύκα και δε βροντούν, των άλλων είναι καρύδια και τρίζουν
  1590. Όποιος ζει χωρίς φίλο, πεθαίνει έρημος
  1591. Όσο μεγαλώνει ο γάιδαρος, τόσο τραναίνουν τ’ αυτιά του
  1592. Το γυαλί και η τύχη εύκολα τσακίζονται
  1593. Ξίδι και μέλι έχουν άσχημη γεύση και κάνουν καλό
  1594. Το κρασί από το χρώμα, το ψωμί από τη μυρωδιά και όλα από τη γεύση τους
  1595. Όσο σε τιμούν τα ρούχα, δε σε τιμά το σόι σου
  1596. Σπεύδε βραδέως
  1597. Κάθε δέντρο κι η σκιά του
  1598. Αν δεν είσαι ενάρετος, να είσαι προσεκτικός
  1599. Όποιος ψάχνει, βρίσκει
  1600. Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του
  1601. Δώσε θάρρος στο χωριάτη να σ’ ανέβει στο κρεβάτι
  1602. Η γυναίκα του Καίσαρα δεν αρκεί να είναι τίμια, πρέπει και να φαίνετα